Ιστορία ενός οδοιπόρου: Στρατής Δούκας
ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΟΔΟΙΠΟΡΟΥ: ΣΤΡΑΤΗΣ ΔΟΥΚΑΣ 17 Τα πρώτα έτη της συγκατοίκησης με τον Φώτη ήταν χρόνια καλά και ήρεμα. Παρέες είχαμε ικανοποιητικές και ο τόπος ο προσφιλής που περνούσαμε τον ελεύθερο καιρό μας ήταν τα παλαιοβιβλιοπωλεία και η Σχολή Καλών Τε- χνών. Είχαμε και οι δύο έφεση στις τέχνες. Μας άρεσε εξί- σου να διαβάζουμε, αλλά και να παρακολουθούμε τις τέ- χνες τις λεγόμενες πλαστικές. Τα βράδια συχνάζαμε σ’ ένα μαγέρικο, που ήταν μαζί κρασοπουλειό και πούλαγε κάρ- βουνο για τη θέρμανση. Οι τύποι που σύχναζαν εκεί ήταν όλοι άνθρωποι φτωχοί και βιοπαλαιστές. Αυτό άρεσε πολύ σ’ εμένα.Αλλά και στον Φώτη άρεσε, γιατί δοκίμαζε να τους ζωγραφίσει στο χαρτί. Το σπίτι που πιάσαμε ήταν μικρό. Τρία δωμάτια είχε όλα κι όλα, δύο κάτω και ένα πάνω στην ταράτσα. Στο ένα δωμά- τιο μέναμε εγώ κι ο Κόντογλου και στο άλλο έμενε μια κοπέ- λα, η Μάρθα, που σπούδαζε μαμή. Το πάνω της ταράτσας το είχε ο Φώτης για ατελιέ. Τον καιρό εκείνο έγινε μια μεγάλη παρεξήγηση ανάμεσα σ’ εμένα και στον Κόντογλου. Όλα ξεκίνησαν από τις αμαρ- τίες μου τις ποιητικές.Προτού πέσω στην πεζογραφία,έγρα- φα στίχους.Το πρώτο που έγραψα ήταν αυτό: Τι θέλεις να μου πεις πεταμένο κουρέλι; Τι θέλεις να μου πεις να με παρηγορήσεις;
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=