Ιστορία ενός οδοιπόρου: Στρατής Δούκας

16 ΚΩΣΤΑΣ ΑΚΡΙΒΟΣ δι. Έτρεχε τότε και το σημείωνε στο τετράδιο το προσωπικό. Ούτε εμένα καλά καλά δεν άφηνε ν’ αγγίξω εκείνο το ση- μειωματάριο. Στο μεταξύ φτάσαμε στην ηλικία των δεκαεπτά ετών. Έπρεπε να πάρουμε την απόφαση τι θέλαμε να κάνουμε στη ζωή.Με τον Φώτη τα μιλήσαμε και είχαμε βρει κάποια άκρη. Βέβαια,ο ίδιος ακόμη πάλευε αν θα γινόταν ναυτικός ή αν θα τον κέρδιζαν τα γράμματα. Στο τέλος έρχεται ένα βράδυ σπίτι μας και πιάνει τον πα- τέρα μου. – Κυρ-Κωσταντή, με την άδεια σου να πάμε να σπουδά- σουμε στην Ελλάδα.Θα μείνουμε στην Αθήνα. Η μάνα μου έπεσε σε μαύρη λύπη. Όπως με έβλεπε αχα- μνό,φοβόταν η κακομοίρα πως δεν θα αντέξω τα παραπάνω. Ο Φώτης είχε τον τρόπο και την έπεισε. Έτσι βρεθήκαμε με- σοκαλόκαιρο να παίρνουμε το παπόρι για τη Μυτιλήνη κι αποκεί για Πειραιά. Σα βρέθηκα στη μεγάλη πολιτεία, τα ’χασα. Όλα πολλά και όλα καινούργια φαίνονταν στα μάτια μου.Πέρασαν πολ- λές μέρες μέχρι να συνέρθω. Δεν χόρταινα να αντικρίζω τα μνημεία και τους τόπους τους ένδοξους της Αθήνας. Εγώ σεργιανούσα στον Ιλισό, στον Κεραμεικό και ο Φώτης φρό- ντιζε για τη διαμονή και τ’ άλλα τα σχετικά.Σπίτι νοικιάσαμε στην περιοχή της Νεάπολης. Επειδή αυτή η γειτονιά ήταν με φθηνά νοίκια και με καλό αέρα. Εκείνες τις μέρες έκανα και την εγγραφή μου στη Νομική Σχολή,με επιθυμία να σπουδά- σω τη δικηγορική τέχνη.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=