Ο ιεροκήρυκας

[ 9 ] ΕΝΑ Η μέρα ξεκίνησε με ευοίωνες προοπτικές. Ξύπνησε νωρίς, πριν από την υπόλοιπη οικογένεια, και κατάφερε να γλιστρήσει έξω απαρατήρητος, αφού πρώτα ντύθηκε όσο πιο αθόρυβα μπορού­ σε. Πήρε επίσης μαζί του το κράνος της ιπποτικής πανοπλίας του και το ξύλινο σπαθί, που το κράδαινε ευτυχισμένος καθώς κάλυπτε τρέχοντας τα εκατό μέτρα από το σπίτι μέχρι τη Χαράδρα του Βασι­ λιά. Σταμάτησε για μια στιγμή και κοίταξε με δέος την απόκρημνη σχισμή που έκοβε στη μέση τον βραχώδη σχηματισμό. Το πλάτος της, η απόσταση δηλαδή ανάμεσα στους δύο βράχους που υψώνο­ νταν καμιά δεκαριά μέτρα προς τον ουρανό, εκεί που μόλις είχε αρχίσει να σκαρφαλώνει ο καλοκαιρινός ήλιος, ήταν δύο μέτρα. Τρεις μεγάλοι ογκόλιθοι είχαν σφηνωθεί για πάντα στη μέση της σχισμής, κι αυτό ήταν ένα εντυπωσιακό θέαμα. Η τοποθεσία ασκούσε μαγική έλξη σ’ έναν εξάχρονο. Το γεγονός ότι του απαγό­ ρευαν να πηγαίνει μόνος του εκεί την έκανε ακόμα πιο ελκυστική. Πήρε το όνομά της όταν ο Όσκαρ Β΄ επισκέφτηκε τη Φιελμπά­ κα, στα τέλη του 19ου αιώνα, αλλά αυτό ήταν κάτι που εκείνος ούτε το ήξερε ούτε τον ενδιέφερε, καθώς γλιστρούσε αργά μέσα στις σκιές με το ξύλινο σπαθί του έτοιμο για επίθεση. Βέβαια, του είχε πει ο πατέρας του ότι οι σκηνές από το Χάσμα της Κόλασης στην ταινία Ρόνια, η κόρη του ληστή είχαν γυριστεί στη Χαράδρα του Βα­ σιλιά, και όταν παρακολούθησε και ο ίδιος την ταινία ένιωσε ένα μικρό γαργαλητό στο στομάχι σαν είδε τον αρχιληστή Μάτις να δια­ σχίζει έφιππος τη χαράδρα. Μερικές φορές παρίστανε ότι ήταν κι

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=