Ο ιεροκήρυκας
[ 18 ] ΔΥΟ Καλοκαίρι 1979 Έκανε αρκετά επικίνδυνα οχτάρια με το ποδήλατο καθώς επέστρεφε στο σπίτι της εκείνη τη νύχτα του Μεσοκαλόκαι- ρου. Είχε γλεντήσει λίγο παραπάνω απ’ όσο έπρεπε, αλλά δεν είχε καμία σημασία. Ενήλικη ήταν, μπορούσε να κάνει ό,τι ήθελε. Το καλύτερο ήταν που είχε ξεφορτωθεί για λίγο το παιδί. Τη μικρή με τα κλάματά της, την ακόρεστη δίψα της για αγκαλιές και με ένα σωρό απαιτήσεις για πράγματα που δεν μπορούσε να της δώσει. Εξαιτίας του μωρού ήταν ανα- γκασμένη να ζει ακόμη στης μάνας της, στης γριάς μέγαι- ρας, που δεν την άφηνε να το κουνήσει ρούπι πέρα από την πόρτα, παρόλο που ήταν δεκαεννέα χρονών. Ήταν θαύμα που την άφησε να ξεμυτίσει απόψε για να γιορτάσει το Με- σοκαλόκαιρο. Αν δεν είχε το μωρό, θα μπορούσε να μένει μόνη της τώ- ρα πια και να κερδίζει τα δικά της λεφτά. Θα μπορούσε να βγαίνει όποτε γούσταρε και να γυρίζει στο σπίτι όταν της κάπνιζε, δίχως να την ενοχλεί κανένας. Αλλά με τη μικρή δεν μπορούσε να κάνει τίποτε απ’ όλ’ αυτά. Το καλύτερο θα ήταν να τη δώσει για υιοθεσία, αλλά η γριά δεν ήθελε ούτε να το ακούσει αυτό, κι έτσι τώρα πλήρωνε αυτή τη νύφη. Αν η μη- τέρα της ήθελε τόσο πολύ να κρατήσει τη μικρή, γιατί δεν την αναλάμβανε μόνη της;
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=