Η ζωή μου: Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν αφηγείται

Η Ζ Ω Η Μ Ο Υ : Ο Α Λ Μ Π Ε Ρ Τ Α Ϊ Ν Σ Τ Α Ϊ Ν Α Φ Η Γ Ε Ι Τ Α Ι 19 Η παρέα τραγουδάει: «Πού ζει;». Κουνώντας τους γοφούς τους χορευτικά, τραγουδούν όλα μαζί: Ε λοιπόν, ζει σ’ ένα μέρος που το λένε Τενεσί. Πήδα, Τένα, Τενεσί. Κι αν δεν πήγα στο κολέγιο, κι αν δεν πήγα στο σχολειό, σαν χορεύω εγώ το μπούγκι, το χορεύω σαν τρελός. Πάω μέσα, πάω έξω, κι απ’ τη μια μεριά στην άλλη. Πάω μέσα, πάω έξω, κι απ’ τη μια μεριά στην άλλη. Ο Άλμπερτ σηκώνεται με κόπο και εκτελεί ένα μπούγκι δικής του επινόησης. Εξακολουθώντας να έχει την πλάτη γυρισμένη στη φράου Ντούκας, λέει: «Σημείωσε αυτό, σε παρακαλώ:“Παραμένουν προκαταλήψεις των οποίων εγώ, ως Εβραίος, έχω πλήρη επίγνωση· ωστόσο είναι ασήμαντες σε σύγκριση με τη στάση των λευκών προς τους συμπολί­ τες τους με πιο σκούρο δέρμα. Όσο περισσότερο Αμερικα­ νός νιώθω, τόσο περισσότερο με ενοχλεί τούτη η κατάστα­ ση. Απαλλάσσομαι από το αίσθημα συνενοχής σε αυτήν μόνο εκφράζοντας την αντίθεσή μου”». «Σε ποιον πρέπει να σταλεί αυτό;» ρωτάει η φράουΝτού­ κας. «Σ’ εμένα, Χέλεν. Σ’ εμένα. Μια υπενθύμιση προς τον εαυτό μου. Τώρα… θέλω να χειριστείς το επόμενο ως αυ­ στηρά εμπιστευτικό». Αναστενάζει βαριά. «Όλες οι προ

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=