Η υπόσχεση του νυχτεράργυρου 2: Το φλογισμένο μυστικό

17 Η Πέισλι θυμήθηκε ότι είχε ακούσει τη φωνή του πα- τέρα της μέσα σε ένα απ’ τα μαύρα σύννεφα που είχε πλησιάσει τον θείο Έκτορα στο αστεροσκοπείο. Του πα- τέρα της, που είχε πεθάνει τέσσερα χρόνια πριν· του πα- τέρα της, που τον είχε δει όταν η ίδια βρέθηκε στοΠέπλο. Σήκωσε ασυναίσθητα το χέρι στο στήθος της, νιώθο- ντας το σημείο όπου η λεπίδα της Σκοτεινής Δράκαινας είχε τρυπήσει το σώμα της. Παρατήρησε τον φόβο στα πρόσωπα των ανθρώπων στην άλλη πλευρά της μαύρης σχισμής, η οποία μεγάλω- σε και χωρίστηκε στα δύο. Ένιωσε κάτι να την τραβάει προς τα εκεί. Συνειδητοποίησε ότι με κάποιον τρόπο ήταν δεμένη μαζί της, ότι συνδεόταν σ’ ένα επίπεδο που δεν μπορούσε να το κατανοήσει ή να το εξηγήσει, αλλά ήξερε ότι ήταν πραγματικό, όπως ακριβώς ήξερε ότι το νερό ήταν υγρό κι ότι η αγάπη μερικές φορές πληγώνει. Η Πέισλι γούρ- λωσε τα μάτια καθώς ένα απ’ τα σύννεφα τινάχτηκε προς το πλήθος· ο κόσμος άρχισε να τρέχει για να καλυφθεί και να πηδάει πίσω απ’ τους πάγκους τη στιγμή που η άλλη σχισμή κατευθύνθηκε προς την Πέισλι. Η τελευταία έμεινε παγωμένη στη θέση της, καθώς το σύννεφο της φαινομενικά ατελείωτης μαυρίλας γλίστρησε προς το μέ- ρος της, ήρεμα και απρόσκοπτα. ΟΧαλ την έριξε στο έδαφος για να αποφύγει τοΠέπλο, που γλίστρησε πάνω απ’ το κεφάλι της με έναν βόμβο, σαν το σιγανό μουρμουρητό του ηλεκτρικού φωτός. Μόλις η σχισμή ήρθε σε επαφή με την πόρτα πίσω τους, η Πέι-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=