Η χώρα των άλλων
L E Ϊ L A S L I M A N I 14 ιδιοκτησία του Ροζέ Μαριανί, ο οποίος είχε κάνει περιου σία χάρη στην οινοπαραγωγή και στην εκτροφή χοίρων. Από τον δρόμο δεν μπορούσες να δεις ούτε το αρχοντικό ούτε καν τους αμπελώνες. Αλλά η Ματίλντ εύκολα μπο ρούσε να φανταστεί τον πλούτο αυτού του αγρότη, πλούτο που τη γέμιζε με ελπίδες και για το δικό της πεπρωμένο. Το τοπίο, γαλήνιας ομορφιάς, της θύμιζε μια γκραβούρα κρεμασμένη πάνω από το πιάνο στο σπίτι του δασκάλου της που της έκανε μουσική, στη Μιλούζ. Θυμήθηκε τι της έλεγε εκείνος γι’ αυτό: «Είναι στην Τοσκάνη, δεσποινίς. Ίσως μια μέρα να πάτε κι εσείς στην Ιταλία». Το μουλάρι σταμάτησε και άρχισε να βόσκει το χορτάρι στην άκρη του δρόμου. Δεν είχε καμία πρόθεση να ανεβεί την ανηφόρα που εκτεινόταν μπροστά τους και που ήταν γεμάτη από μεγάλες άσπρες πέτρες. Έξαλλος, ο αμαξάς ανασηκώθηκε και τάραξε το ζώο στις βρισιές και στις βουρ δουλιές. Η Ματίλντ ένιωσε τα μάτια της να βουρκώνουν. Προσπάθησε να συγκρατηθεί, έγειρε πάνω στον σύζυγό της, που βρήκε αυτή την εκδήλωση τρυφερότητας κάπως ανάρμοστη. «Τι έπαθες;» ρώτησε ο Αμίν. «Πες του να σταματήσει να χτυπάει το καημένο το μου λάρι». Η Ματίλντ ακούμπησε το χέρι της στον ώμο του τσιγ γάνου και τον κοίταξε σαν παιδί που προσπαθεί να καλο πιάσει έναν έξαλλο γονέα. Αλλά ο αμαξάς έγινε ακόμα πιο βίαιος. Έφτυσε κάτω, σήκωσε το χέρι και είπε: «Θες να δοκιμάσεις κι εσύ το μαστίγιό μου;».
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=