Η χώρα των άλλων

Η Χ Ω Ρ Α Τ Ω Ν Α Λ Λ Ω Ν 25 Είχε ξετρυπώσει για την περίσταση από το κέδρινο μπαού­ λο, παλιά χρυσά κοσμήματα · βραχιόλια αστραγάλου, μια χαραγμένη αγκράφα και ένα κολιέ τόσο βαρύ, που έκανε το καχεκτικό της σώμα να γέρνει ελαφρά προς τα μπρος. Όταν μπήκε το ζευγάρι, όρμησε στον γιο της και τον ευ­ λόγησε. Χαμογέλασε στη Ματίλντ, η οποία πήρε τα χέρια της στα δικά της και κοίταξε αυτό το όμορφο μελαχρινό πρόσωπο, αυτά τα μάγουλα που είχαν ελαφρά κοκκινίσει. «Λέει “καλώς ήρθες”» μετέφρασε η Σέλμα, η μικρή αδερ­ φή, που είχε μόλις γιορτάσει τα ένατα γενέθλιά της. Στε­ κόταν μπροστά από τον Όμαρ, έναν κοκαλιάρη και λιγο­ μίλητο έφηβο, ο οποίος είχε τα χέρια του πίσω από την πλάτη και το βλέμμα του χαμηλωμένο. Η Ματίλντ αναγκάστηκε να συνηθίσει αυτή τη ζωή, με τον έναν πάνω στον άλλον, αυτό το σπίτι με τα στρώματα γεμάτα κοριούς και ψείρες, όπου δεν υπήρχε τρόπος προ­ στασίας από τους σωματικούς θορύβους και τα ροχαλητά. Η κουνιάδα της έμπαινε στο δωμάτιό της χωρίς προειδο­ ποίηση και έπεφτε στο κρεβάτι της, επαναλαμβάνοντας τις λίγες γαλλικές λέξεις που είχε μάθει στο σχολείο. Τη νύχτα, η Ματίλντ άκουγε τις κραυγές του Τζαλίλ, του μικρότερου αδερφού, που ζούσε κλειδωμένος στο πάνω πάτωμα με μόνη παρέα έναν καθρέφτη, που δεν άφηνε ποτέ από τα μάτια του. Κάπνιζε ασταμάτητα το σέμπσι, 4 4 Σέμπσι: μεταλλική ή ξύλινη μακρόστενη πίπα που χρησιμοποιούν στο Μαρόκο για την κατανάλωση χασισιού αναμεμειγμένου με καπνό.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=