Η χώρα των άλλων

Η Χ Ω Ρ Α Τ Ω Ν Α Λ Λ Ω Ν 23 κά. Ο νεαρός κοίταξε τη Ματίλντ με διφορούμενο βλέμμα. Αυτός, ο οποίος ήταν αναγκασμένος να επιδεικνύει στις αρχές χαρτί που βεβαίωνε ότι είχε το δικαίωμα να κυκλο­ φορεί νύχτα στους δρόμους της γαλλικής συνοικίας, είχε εχθρική στάση προς τον Αμίν που κοιμόταν με τον εχθρό και κυκλοφορούσε ελεύθερα. Είχαν μόλις αφήσει τις απο­ σκευές τους στο δωμάτιο και ο Αμίν φόρεσε πάλι το παλτό και το καπέλο του. «Πάω να χαιρετήσω την οικογένειά μου. Δεν θα αργήσω». Δεν της άφησε τον χρόνο να απαντήσει, έκλεισε δυνατά την πόρτα πίσω του και εκείνη έμεινε να τον ακούει που κατέβαινε τρέχοντας τις σκάλες. Η Ματίλντ κάθισε στο κρεβάτι, με τα πόδια μαζεμένα στο στήθος της. Τι δουλειά είχε εκεί; Δεν μπορούσε να κατηγορήσει άλλον πέρα από τον εαυτό της και τη μαται­ οδοξία της. Εκείνη ήταν που ήθελε να ζήσει μια περιπετειώ­ δη ζωή, που είχε μπλέξει, με το έτσι θέλω, σε τούτο τον γάμο, που οι παιδικές της φίλες τον ζήλευαν για τον εξω­ τισμό του. Και να που τώρα θα μπορούσε να είχε πιαστεί κορόιδο, να είχε πέσει θύμα εξαπάτησης. Μήπως ο Αμίν είχε πάει να συναντήσει καμιά ερωμένη; Μήπως μάλιστα ήταν ήδη παντρεμένος, αφού, όπως της είχε πει ο πατέρας της με μια γκριμάτσα που πρόδιδε αμηχανία, οι άντρες εκεί είναι πολυγαμικοί; Μπορεί και να έπαιζε χαρτιά σε κανένα μπιστρό λίγα μέτρα παρακεί και να χαιρόταν μπρο­ στά στους φίλους του που είχε παρατήσει τη βαρετή σύζυ­ γό του. Άρχισε να κλαίει. Ντρεπόταν που κυριευόταν από πανικό, αλλά η νύχτα είχε πέσει και δεν ήξερε πού βρισκό­ ταν. Αν ο Αμίν δεν επέστρεφε, θα αισθανόταν εντελώς

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=