Η χώρα των άλλων

L E Ϊ L A S L I M A N I 18 κεια του πολέμου, τα βράδια της ερήμωσης και της θλίψης, η Ματίλντ αυνανιζόταν στο παγωμένο της κρεβάτι στο δω­ μάτιό της, στο πάνω πάτωμα. Όταν αντηχούσε ο συναγερ­ μός που προειδοποιούσε για τις βόμβες, όταν άρχιζε να ακούγεται ο βόμβος ενός αεροπλάνου, η Ματίλντ έτρεχε όχι για να σωθεί, αλλά για να ικανοποιήσει τον πόθο της. Όποτε φοβόταν, ανέβαινε στο δωμάτιό της, η πόρτα του οποίου δεν έκλεινε, αλλά δεν την ένοιαζε καθόλου αν θα την έπιαναν στα πράσα. Έτσι κι αλλιώς, στους άλλους άρε­ σε να πηγαίνουν ομαδικά σε τρύπες και σε υπόγεια, ήθελαν να πεθάνουν όλοι μαζί, σαν τα ζώα. Ξάπλωνε στο κρεβάτι της, και ο οργασμός ήταν ο μόνος τρόπος να κατευνάζει τον φόβο, να τον ελέγχει, να μένει ανεπηρέαστη από τον πόλεμο. Ξαπλωμένη στα βρόμικα σεντόνια, σκεφτόταν τους άντρες που διέσχιζαν πεδιάδες με τουφέκια στα χέρια, άντρες που είχαν στερηθεί τις γυναίκες, όπως η ίδια είχε στερηθεί τους άντρες. Και, καθώς έτριβε το αιδοίο της, συνειδητοποιούσε το μέγεθος αυτού του απέραντα ανικα­ νοποίητου πόθου, τη δίψα για έρωτα και κατάκτηση που είχε κυριεύσει τον πλανήτη ολόκληρο. Η σκέψη και μόνο αυτής της αστείρευτης λαγνείας την έφερνε σε κατάσταση έκστασης. Έριχνε το κεφάλι της προς τα πίσω και, με γυ­ ρισμένα μάτια, φανταζόταν πλήθη αντρών να έρχονται κοντά της, να την κάνουν δική τους, να την ευχαριστούν. Γι’ αυτή, φόβος και ηδονή γίνονταν ένα, και στις στιγμές του κινδύνου η πρώτη της σκέψη ήταν πάντα αυτή. Μετά από δυο μέρες και δυο νύχτες, ο Αμίν, διψασμέ­ νος και πεινασμένος μέχρι θανάτου, χρειάστηκε σχεδόν να

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=