Η ξηρασία

Η Ξ Η Ρ Α Σ Ι Α 27 γυαλιστερές. Ο Φαλκ αναρωτήθηκε αν είχε πάρει κάποιο χάπι για να τα βγάλει πέρα μ’ αυτή τη μέρα. Όταν η Γκρέτσεν άφη­ σε τον Τζέρι, εκείνος άπλωσε το χέρι του, κλείνοντας την παλά­ μη του Φαλκ σε μια ζεστή, γερή χειραψία. «Τα κατάφερες, λοιπόν» είπε ουδέτερα, όσο η Γκρέτσεν τριγύριζε δίπλα τους. «Πράγματι» είπε ο Φαλκ. «Έλαβα το γράμμα σου». Ο Τζέρι συνέχισε να τον κοιτάζει κατάματα. «Μάλιστα. Ε, σκέφτηκα ότι ήταν σημαντικό να βρίσκεσαι εδώ. Για τον Λιουκ. Και δεν ήμουν σίγουρος αν θα τα κατάφερ­ νες, φίλε». Η τελευταία φράση έμεινε να αιωρείται δυσάρεστα στον αέρα. «Εννοείται, Τζέρι». Ο Φαλκ κούνησε το κεφάλι του. «Ήταν σημαντικό να είμαι εδώ». Οι αμφιβολίες του Τζέρι δεν ήταν αστήρικτες. Ο Φαλκ κα­ θόταν στο γραφείο του στη Μελβούρνη μια βδομάδα νωρίτερα, κοιτάζοντας με απλανές βλέμμα τη φωτογραφία του Λιουκ στην εφημερίδα όταν χτύπησε το τηλέφωνο. Αναγνώρισε αμέσως τη διστακτική φωνή, παρότι είχε δύο δεκαετίες να την ακούσει. Ο Τζέρι τον ενημέρωσε για τις λεπτομέρειες της κηδείας. «Θα σε δούμε εκεί» του είπε, χωρίς ερωτηματικό στο τέλος. Αποφεύ­ γοντας το ψηφιοποιημένο βλέμμα του Λιουκ, ο Φαλκ μουρμού­ ρισε κάτι για επαγγελματικές υποχρεώσεις. Η αλήθεια ήταν πως δεν είχε αποφασίσει ακόμη. Δύο μέρες αργότερα έφτασε το γράμμα. Ο Τζέρι θα πρέπει να το ταχυδρόμησε αμέσως μό­ λις έκλεισε το τηλέφωνο. Είπες ψέματα. Να είσαι στην κηδεία . Ο Φαλκ δεν είχε κοιμηθεί καλά εκείνη τη νύχτα. Οι δύο άντρες κοίταξαν τώρα αμήχανα την Γκρέτσεν. Εκεί­ νη κοιτούσε σκυθρωπή και αφηρημένη τον γιο της, ο οποίος σκαρφάλωνε διστακτικά στο μονόζυγο.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=