Η ξηρασία (pocket)

[ 16 ] «Δεν ανήκω σ’ αυτό το τμήμα της αστυνομίας, ούτως ή άλλως. Είμαι ομοσπονδιακός. ΣτοΤμήμαΔίωξηςΟικονομικού Εγκλήματος». «Δεν μου λέει τίποτα αυτό, κολλητέ». «Σημαίνει ότι κυνηγάω το χρήμα. Όποιο ποσό τελειώνει σε πολ­ λά μηδενικά και δεν εξηγείται η προέλευσή του. Ξέπλυμα, κατάχρη­ ση, τέτοια πράγματα». Οάνδρας απάντησε κάτι, αλλά οΦαλκ δεν τον άκουσε. Το βλέμ­ μα του είχε μετακινηθεί από τα τρίαφέρετραστον πρώτοπάγκοπου ήταν για τους συγγενείς. Έτσι ώστε να καθίσουν μπροστά απ’όλους τους φίλους και τους γείτονές τους, οι οποίοι με τη σειρά τους κοι­ τούσαν το πίσω μέρος των κεφαλιών τους και ευχαριστούσαν τον Θεό που δεν ήταν στη θέση τους. Αν και είχαν περάσει είκοσι χρόνια, οΦαλκ αναγνώρισε αμέσως τον πατέρα του Λιουκ. Το πρόσωπο τουΤζέρι Χάντλερ ήταν γκρίζο. Τα μάτια του βυθισμένα στις κόγχες τους. Καθόταν πειθήνια στη θέση του στην πρώτη σειρά, αλλά το κεφάλι του ήταν γυρισμένο προς τα πίσω. Αγνοώντας τη γυναίκα του που έκλαιγε στο πλευρό του και τα τρία ξύλινα κουτιά που περιείχαν ό,τι είχε απομείνει από τον γιο, τη νύφη και τον εγγονό του, κοιτούσε κατευθείαν τον Φαλκ. Κάπου από πίσω, μερικές νότες ακούστηκαν από τα ηχεία. Η νεκρώσιμη ακολουθία ξεκινούσε. ΟΤζέρι έγειρε ελαφρά το κεφάλι του χαιρετώντας τονΦαλκ, ο οποίος ασυναίσθητα έβαλε το χέρι του στην τσέπη του. Ψηλάφισε το γράμμα που είχε φτάσει στο γραφείο του πριν από δύο μέρες. Από τονΤζέρι Χάντλερ, έντεκα λέξεις γραμ­ μένες με αυταρχικό τόνο: Ο Λιουκ είπε ψέματα. Εσύ είπες ψέματα. Να είσαι στην κηδεία. Ο Φαλκ τράβηξε πρώτος το βλέμμα του. ***

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=