Η τριλογία του Μπέλφαστ

Κ Λ Ε Μ Μ Ε Ν Ε Σ Ψ Υ Χ Ε Σ 755 Η Σούζαν άνοιξε την πόρτα με μια ρόμπα σφιχτά τυλιγμένη γύρω της. Στα λίγα λεπτά που μεσολάβησαν από την ώρα που ο Λένον τής τηλεφώνησε ώσπου να της χτυπήσει την πόρτα, είχε φτιάξει τα μαλλιά της και είχε βαφτεί όσο μπορούσε. Είτε αυτό δηλαδή, είτε συνήθιζε να πηγαίνει για ύπνο φορώντας λιπ γκλος. Η Έλεν ξεφυσούσε και κλαψούριζε στην αγκαλιά του Λένον, τα γυμνά της πόδια χτυπούσαν στα πλευρά του. «Είσαι αστέρι» είπε στη Σούζαν. «Δεν ξέρω πώς να σε ευχα- ριστήσω». Η Σούζαν τού χαμογέλασε, ένα χαμόγελο ζεστό και κουρα- σμένο συνάμα. «Δεν τρέχει τίποτα. Ακόμη δεν είχα κοιμηθεί». Ο Λένον καταλάβαινε ότι του έλεγε ψέματα, αλλά αυτό δεν μετρίασε την ανακούφισή του. «Θα γυρίσω πριν ξυπνήσεις το πρωί». Η Σούζαν άπλωσε τα χέρια να πάρει το κοριτσάκι. «Έλα εδώ, γλυκιά μου, σ’ έπιασα». Η Έλεν κλαψούρισε και έτριψε τα μάτια της. Η Σούζαν τη φίλησε στο κεφάλι. «Θα κοιμηθείς με τη Λούσι, εντάξει;» Η Έλεν έχωσε το κεφάλι της κάτω από το σαγόνι της Σούζαν. Πολλές φορές την είχαν μεταφέρει εδώ κοιμισμένη. Ο Λένον άγ- γιξε το χέρι της Σούζαν. «Σ’ ευχαριστώ» είπε. Εκείνη χαμογέλα- σε ξανά. «Όταν γυρίσεις, δεν έρχεσαι να φάμε πρωινό;» «Μπορεί να μας κουτσομπολέψουν οι γείτονες» είπε ο Λένον. «Ας μας κουτσομπολέψουν».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=