Η τριλογία του Μπέλφαστ

T Α Φ Α Ν Τ Α Σ Μ Α Τ Α Τ Ο Υ Μ Π Ε Λ Φ Α Σ Τ 23 «Καταλαβαίνεις τι σου λέω, Τζέρι;» «Nαι» είπε ο Φέγκαν. «Είσαι καλός άνθρωπος». O ΜακΚένα χαµογέλασε. O Φέγκαν σηκώθηκε. «Πρέπει να κατουρήσω». O ΜακΚένα έκανε πίσω και είπε: «Μην αργήσεις». O Φέγκαν ανέβηκε τις σκάλες και µπήκε στο µπάνιο. Έκλεισε και αµπάρωσε την πόρτα, αλλά, όπως πάντα, οι ακόλουθοι κα- τάφεραν να µπουν. Εκτός από το αγόρι. O Φέγκαν δεν το πολυ- σκέφτηκε· αντ’ αυτού, προσπαθούσε να σταθεί όρθιος καθώς άδειαζε την κύστη του. Είχε συνηθίσει πια να παρίστανται οι δώδεκα στις πιο αναξιοπρεπείς στιγµές του. Τράβηξε το καζανάκι, ξέπλυνε τα χέρια του κάτω από τη βρύση και άνοιξε την πόρτα. Το αγόρι ήταν εκεί, στο πλατύσκα- λο, και τον περίµενε. Κοίταζε το σκοτάδι στο υπνοδωµάτιο του Φέγκαν. O Φέγκαν κοντοστάθηκε, µπερδεµένος, ενώ τα µηνίγγια του βούισαν, και η ίδια ψύχρα ξαναχτύπησε το στέρνο του. Το αγόρι έδειξε το δωµάτιο. «Τι;» ρώτησε ο Φέγκαν. Το αγόρι έδειξε τα δόντια του, και το αδύνατο χέρι του τε- ντώθηκε προς την πόρτα. «Εντάξει» είπε ο Φέγκαν. Μπήκε το υπνοδωµάτιό του, ρίχνο- ντας µια µατιά πίσω από τον ώµο του. Το αγόρι τον ακολούθησε στο σκοτάδι και γονάτισε στα πόδια του κρεβατιού. Έδειξε κάτω από το κρεβάτι. O Φέγκαν έπεσε στα τέσσερα και κοίταξε κάτω από το πλαί- σιο του κρεβατιού. Μια λεπτή γραµµή φωτός που έµπαινε από το πλατύσκαλο φανέρωσε το παλιό κουτί παπουτσιών που ήταν κρυµµένο εκεί. Σήκωσε το κεφάλι του µε απορία. Το αγόρι ένευσε καταφατικά. O Φέγκαν µπορούσε να το πιάσει µε ένα τέντωµα. Το τράβη- ξε προς το µέρος του. Κάτι βαρύ µετακινήθηκε εκεί µέσα του, και η καρδιά του Φέγκαν άρχισε να χτυπάει δυνατά. Άνοιξε το καπάκι και ένιωσε τη λιπαρή µυρωδιά του χρήµατος. Μέσα στο

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=