Η τριλογία του Λεβάντε

ΜΑΧΗ ΧΑΜΕΝΗ ΚΑΙ ΚΕΡΔΙΣΜΕΝΗ 337 Γι’ αυτόν ήταν πάντα εκεί και οι απαιτήσεις του προκαλούσαν ένταση ανάμεσά τους. Αφήνοντας την Άντζελα και τον Κάσλμπαρ βυθισμένους στη μυστηριακή τους επικοινωνία, ρώτησε τον Σάιμον για τη ζωή του στον στρατό. Όταν είχαν σκαρφαλώσει μαζί στην πυ­ ραμίδα, είχαν καθίσει στην κορυφή κουβεντιάζοντας για τον πόλεμο στην έρημο. «Δεν έχω ιδέα πώς είναι εκεί πέρα» της είχε πει, τώρα όμως ήξερε, κι εκείνη τον ρώτησε πώς περνού­ σε τις μέρες του. «Δεν κάνω πολλά πράγματα. Είμαστε τόσο μακριά από τις κεντρικές θέσεις, ώστε δεν φαίνεται να έχει νόημα να βρισκό­ μαστε εκεί». «Μα σίγουρα έχει νόημα». «Α, ναι. Ρώτησα μια φορά τον λοχία μας: “Τι ωφελεί να είμαστε εδώ, να βαριόμαστε αφόρητα και να μην κάνουμε τίποτα;”. Κι εκείνος μου απάντησε: “Τι θα συνέβαινε αν δεν ήμασταν;”. Μπορείς να καταλάβεις τι εννοούσε». Ένα ταξί έφτασε στην πύλη και ο άντρας που κατέβηκε πλήρωσε βιαστικά τον ταξιτζή και κατευθύνθηκε προς το ουί­ σκι λες και είχε δεχτεί το κάλεσμά του. Ο νεοφερμένος ήταν ο φίλος του Κάσλμπαρ, ο Τζέικ Τζάκμαν, που περιέγραφε τον εαυτό του ως ανεξάρτητο δημοσιογράφο, αλλά ούτε καν ο Κάσ­ λμπαρ δεν ήξερε τι έκανε στην πραγματικότητα. Το αετίσιο του πρόσωπο, μολονότι δεν ήταν άσχημο, το χαλούσε η μονί­ μως κατσουφιασμένη έκφρασή του, που έγινε ακόμα πιο βλο­ συρή βλέποντας την Άντζελα και τον Κάσλμπαρ να κρατιούνται από το χέρι. Ωστόσο εκείνη ήταν που πλήρωνε το μπουκάλι, οπότε έπρεπε να αποδεχτεί την κατάσταση όπως ήταν. Ανα­ γκασμένος να της φερθεί με κάποια ευγένεια, χαμογέλασε σφιγμένα και, ρωτώντας «Μπορώ να έρθω στην παρέα σας;», κάθισε προτού προλάβει εκείνη να του απαντήσει. Η Άντζελα γέλασε κι έσπρωξε το μπουκάλι προς το μέρος του. Αφού ήπιε

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=