Η τριλογία του Λεβάντε

ΜΑΧΗ ΧΑΜΕΝΗ ΚΑΙ ΚΕΡΔΙΣΜΕΝΗ 327 «Πώς είμαι;» Ένα ρεύμα αέρα που έφερε στο ευωδιαστό δωμάτιο τη φρέ­ σκια μυρωδιά από τα αλμυρίκια ανάδευσε το λευκό φόρεμα που έπεφτε σαν πέπλο από τους φαρδιούς ηλιοκαμένους ώμους της Εντουίνα. «Σαν άγαλμα της θεάς Αθηνάς». «Αχ, Χάριετ!» Η Εντουίνα, που ήταν μια καλλονή αλλά όχι με την κλασική έννοια, γέλασε μ’ αυτό το εγκώμιο. Έπειτα, ακούγοντας τα βήματα του Πίτερ στον διάδρομο, στράφηκε γεμάτη προσμονή, πλέκοντας τα χέρια της. Ήταν ένας ευρύστερνος, βαρύς άντρας και το ξύλινο πάτω­ μα έτριζε κάτω από το βάρος του. Ανοίγοντας την πόρτα χωρίς να χτυπήσει, ρώτησε μεγαλόφωνα: «Τι συμβαίνει εδώ πέρα; Είναι ένας τύπος που κλαψουρίζει στο σαλόνι». «Μόλις σκοτώθηκε ο αδελφός του» εξήγησε η Χάριετ. «Τι λες!» ΟΠίτερ χαμήλωσε τη φωνή του μετανιωμένος. «Τι κακοτυχία!» Το μεγάλο του πρόσωπο με την πλακουτσωτή μύ­ τη και το μαύρο μουστάκι έδειχνε τόσο ενδιαφέρον όσο θα μπο­ ρούσε να αισθανθεί οποιοσδήποτε στρατιώτης ύστερα από τρία χρόνια πολέμου στην έρημο. «Το πήρε βαριά ο κακομοίρης, ε; Θα ’πρεπε να του έχω πει μερικές συμπονετικές κουβέντες». Από το ύφος του ήταν προφανές ότι θεωρούσε πως η συ­ μπόνια του θα πρόσφερε περισσότερη παρηγοριά σ’ έναν κα­ τώτερο, μια που ήταν –όπως όλοι ήξεραν ή παρίσταναν ότι δεν ήξεραν– ένας ιρλανδός αριστοκράτης. Όμως κατά τη διάρκεια του πολέμου οι τίτλοι δεν χρησιμοποιούνταν –γεγονός που αποτελούσε μεγάλη απογοήτευση για τις λεβαντίνες οικοδέ­ σποινες, που τους λάτρευαν– και ο Πίτερ συστηνόταν απλώς ως συνταγματάρχης Λισντουνβάρνα. Τώρα, κρίνοντας πως αρκετά είχε σκεφτεί την κατάσταση του Σάιμον, σήκωσε κεφάτα το κεφάλι του:

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=