Η τριλογία του Λεβάντε
OL I V I A MANN I NG 320 σπίτια κατεδαφίζονταν και στη θέση τους υψώνονταν τσιμε ντένια κτίρια. Ένα απ’ αυτά ήταν το Ιντερνάσιοναλ, που είχε τη λιτή όψη της φτήνιας. Πετώντας κάτω τον στρατιωτικό του σάκο, ο Σάιμον ευχα ρίστησε τους δύο φαντάρους κι ύστερα πήδηξε κι ο ίδιος στον δρόμο. Έτσι όπως στεκόταν στο πεζοδρόμιο μες στο εκτυφλω τικό φως, έμοιαζε σαν υπνωτισμένος. «Είστε καλά, κύριε ανθυπολοχαγέ;» ρώτησε ο οδηγός. Ο Σάιμον έγνεψε καταφατικά και το καμιόνι έφυγε. Ολομό ναχος στη μέση της πλατείας, κοίταξε ένα φοινικόδεντρο που φύτρωνε στη σταχτιά άμμο. Καθώς το περιεργαζόταν, άρχισε να αισθάνεται μια απίστευτη θλίψη και για λίγα λεπτά δεν μπο ρούσε να κουνήσει ρούπι, καθώς, ξεχνώντας τον Χιούγκο, επι κέντρωσε τη δυστυχία του σ’ αυτό το μοναχικό φοινικόδεντρο. Από το ύψος του κι από το μήκος των φύλλων του μάντευε πως ήταν γέρικο και είχε αναπτυχθεί σε άλλες, πιο απλόχωρες επο χές. Βλέποντάς το τώρα εγκλωβισμένο από τα κτίρια σαν πουλί σ’ ένα υπερβολικά μικρό κλουβί, η καρδιά του πλημμύρισε από οίκτο, μολονότι το ίδιο το δέντρο δεν έδειχνε κανένα σημάδι στέρησης. Ένας άνθρωπος σε μια παρόμοια κατάσταση θα βα ρυγκωμούσε για την ατυχία του, το φοινικόδεντρο όμως λικνι ζόταν στον ζεστό αέρα κι άπλωνε τα κλαδιά του σαν να απολάμ βανε τον άνεμο και το φως που έπεφταν πάνω του. Νιώθοντας έτοιμος να βάλει πάλι τα κλάματα, αναρωτήθη κε μεγαλόφωνα: «Τι μου συμβαίνει; Μήπως έχω αρχίσει να τρελαίνομαι;». Και σήκωσε από κάτω τον στρατιωτικό του σάκο. Το ξενοδοχείο, με τα παραθυρόφυλλα κλειστά για να μην μπαίνει ο ήλιος, φαινόταν άδειο, αλλά στον προθάλαμο υπήρ χε ένας υπάλληλος που χάζευε βαριεστημένα τις γυάλινες πόρτες της εισόδου. Βλέποντας τον Σάιμον, ζωντάνεψε. «Ναι, παρακαλώ; Θες δωμάτιο; Θες μπάνιο;»
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=