Η τριλογία του Λεβάντε

ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ ΤΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ 15 του Γούλσλι, τώρα όμως ήταν ραγισμένος και γκρίζος από τη βρόμα. «Ρίξτε μια ματιά». Ο Σάιμον έσκυψε πάνω από μια ρωγμή και είδε στριμωγ­ μένα εκεί μέσα κάτι αντικείμενα σε μέγεθος φακής, σκουρο­ κόκκινα σαν αίμα και ακίνητα. «Τι στην ευχή είναι αυτά;» «Κοριοί. Ζούνε πολλούς αιώνες, λένε. Δεν μπορείς να τους ξεφορτωθείς. Πού να δείτε τους νεοσύλλεκτους όταν έρχονται εδώ. Πρήζονται ολόκληροι και κοκκινίζουν σαν ζελεδάκια. Κι η φαγούρα είναι ανυπόφορη, μα τον Θεό! Μα εσείς δεν θα ’χετε πρόβλημα. Αυτή η απολύμανση τα ναρκώνει για δυο τρεις μήνες». Νιώθοντας το καπνογόνο να του γδέρνει τον λαιμό, πήγε στο ανοιχτό παράθυρο και κοίταξε έξω σ’ ένα προαύλιο περί­ κλειστο από το κτίριο του στρατώνα με την επίπεδη πρόσοψη. Κάτω από το παράθυρο εξείχε ένα μακρύ ξύλινο μπαλκόνι, προέκταση του κάτω ορόφου, κι ο Σάιμον έβλεπε κατά δια­ στήματα διπλωμένες κουβέρτες, πράγμα που μαρτυρούσε ότι οι κοιτώνες είχαν ξεχειλίσει. «Φαίνεται να είναι εδώ πολλοί σε άδεια». «Όχι ακριβώς άδεια, κύριε ανθυπολοχαγέ. Είναι πρώην αδειούχοι, θα ’λεγε κανείς. Έχουν κολλήσει εδώ περιμένοντας να μεταφερθούν, γιατί τα τρένα σταμάτησαν να κάνουν μα­ κρινά δρομολόγια». «Για ποιον λόγο;» «Η κατάσταση, βλέπετε. Οι οδηγοί είναι αραπάδες, βέ­ βαια, και φοβούνται. Ο πόλεμος έχει πλησιάσει πολύ και νο­ μίζουν πως θα βρεθούν στο πεδίο της μάχης και θα τους πυ­ ροβολήσουν. Αν θέλετε να τσιμπήσετε κάτι, εγώ στη θέση σας θα κατέβαινα κάτω, κύριε ανθυπολοχαγέ. Η τραπεζαρία κλεί­ νει κατά τις εννιά». ***

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=