Η τριλογία του Λεβάντε

OL I V I A MANN I NG 14 προσεκτικά και πρόσθεσε σαν να το σκέφτηκε καλύτερα: «Κύ­ ριε ανθυπολοχαγέ». Ο Σάιμον δεν περίμενε καλύτερη μεταχείριση. Είχε πάρει προαγωγή πολύ νωρίς λόγω της συμμετοχής του στο Σώμα Εκπαίδευσης Αξιωματικών στο πανεπιστήμιο, αλλά για τον υπάλληλο, έναν δεκανέα που κόντευε να σαρανταρίσει, πρέπει να έμοιαζε με μαθητούδι. Περίμενε στον μισοφωτισμένο διάδρομο, ενώ γύρω του κυκλοφορούσαν διάφοροι άντρες που ήξεραν πού πήγαιναν. Πέρασε ένα τέταρτο προτού έρθει ένας απλός στρατιώτης για να κουβαλήσει την εξάρτυσή του σε κάποιο δωμάτιο σ’ έναν από τους επάνω ορόφους. Η έρημη κατήφεια των διαδρόμων τού θύμισε το σχολείο και σκέφτηκε πως σύντομα θα μάθαινε κι αυτός τα κατατόπια. Ο στρατιώτης τον οδήγησε σ’ ένα δωμάτιο επιπλωμένο μ’ ένα κρεμαστό ντουλάπι και τρία κρεβάτια εκστρατείας, στον τελευταίο όροφο του στρατώνα, όπου το ταβάνι ήταν πολύ χαμηλό. Πάνω από το γυμνό ξύλινο πάτωμα κρεμόταν ένας μοναδικός γλόμπος, βρόμικος και κίτρινος. «Αν είστε τυχερός, κύριε ανθυπολοχαγέ, θα το έχετε όλο δικό σας» είπε ο στρατιώτης. «Δεν είναι κι άσχημα» παρατήρησε ο Σάιμον, έχοντας ακό­ μη το μυαλό του στο σχολείο «αλλά μυρίζει περίεργα». Η μυ­ ρωδιά έμοιαζε με αιθέριο έλαιο, σαν άρωμα σχεδόν, αλλά υπερβολικά έντονη ώστε να είναι ευχάριστη, με μια σκληράδα που έφερνε στον νου το κακό και τον θάνατο. Καθώς ο Σάιμον οσμιζόταν διερευνητικά, ο στρατιώτης τού εξήγησε: «Κάνουν απολύμανση με καπνογόνα χημικά». «Αλήθεια; Γιατί;» «Κοιτάξτε, κύριε ανθυπολοχαγέ». Ο άντρας πλησίασε έναν τοίχο που μπορεί να ήταν λευκός την εποχή του Κρόμερ και

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=