Η τριλογία του Λεβάντε

OL I V I A MANN I NG 12 κάποιο από τα διάφορα στρατόπεδα προώθησης που υπήρχαν γύρω από και μέσα στο Κάιρο. «Όπου κι αν βρίσκονται» είπε ο λοχίας «δεν θα μείνουν εκεί για πολύ. Τα πράγματα πάνε κατά διαόλου. Μόλις έμαθα ότι έπεσε το Τομπρούκ. Ήθελα να ’ξερα τι άλλο θα συμβεί, που να με πάρει και να με σηκώσει!». Έδωσε στον Σάιμον φύλλο πορείας και οδηγίες να πάρει το απογευματινό τρένο για το Κάιρο και να παρουσιαστεί στον στρατώνα της Αμπάσια. «Να παρουσιαστώ σε κάποιον συγκεκριμένα;» Ο Σάιμον έλπιζε να του πει κάποιο όνομα, θα ένιωθε πολύ πιο σίγουρος. «Πήγαινε να δεις τον ταγματάρχη Πέρι στο Γραφείο Κίνη­ σης. Θα του τηλεφωνήσω εγώ. Καλός τύπος, θα σε τακτοποιή­ σει μια χαρά». Περιμένοντας στον σταθμό, ο Σάιμον είχε μουδιάσει από το αίσθημα αποξένωσης. Τα πάντα γύρω του –τα μικρά σπιτά­ κια στριμωγμένα ανάμεσα σε ξερούς λόφους που τα κύκλωναν ασφυκτικά, η αστραφτερή λάμψη των δεξαμενών πετρελαίου, τα άσπρα κτίρια στην προκυμαία που αντανακλούσαν τη ζέστη του ήλιου, η αμμώδης γη πάνω στην οποία στεκόταν– έκαναν ακόμα πιο έντονη την αγωνία και την καταρράκωσή του. Πρώ­ τη φορά στη ζωή του έβλεπε τέτοιον αγριότοπο ή αισθανόταν τόση μοναξιά. Το τρένο έφτασε, μια σειρά από παλιά βαγόνια που έζεχναν από τη ζέστη και τις ανθρώπινες μυρωδιές. Διέσχισε αργά τους φτωχομαχαλάδες του Σουέζ για να μπει στην έρημο. Ο Σάιμον είδε μια λίμνη, εκπληκτικά γαλάζια, με άμμο ολόγυ­ ρά της, κι ύστερα απ’ αυτό μονάχα άμμο, που λαμπύριζε κα­ θώς βασίλευε ο ήλιος. Η λάμψη έσβησε, έπεσε το σκοτάδι – αν και δεν είχε καμία σημασία, μια που δεν υπήρχε τίποτα να δει κανείς. Προσπάθησε ν’ ανοίξει το παράθυρο, αλλά οι δύο Αιγύπτιοι στο βαγόνι είπαν: «Όχι». Ο ένας, υψώνοντας προει­ δοποιητικά το δάχτυλό του, εξήγησε πως έτσι θα έμπαινε μέ

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=