HENRIK FEXEUS 8 δεν είναι ατέλειωτα, ούτε η λίμνη στο πίσω μέρος. Και αυτός ο χωματόδρομος στον οποίο χάνονται τα αυτοκίνητα οδηγεί κάπου. Θέλω να μάθω πού. Κοιτάζω τα κόκκινα πίσω φώτα του τελευταίου αυτοκινήτου μέχρι που δεν τα βλέπω πια. Επιτέλους δεν με πονάει πια το στομάχι. Ξεφυλλίζω ένα κόμικ. Σκίζω ένα χαρτί. Παίζω την μπλε κιθάρα που μου έκαναν δώρο, αλλά ακούγεται περίεργα και σταματάω. Η μαμά χτυπάει την πόρτα. Το περίμενα. «Πρέπει να μιλήσουμε» λέει πίσω από την κλειστή πόρτα. Η φωνή της ακούγεται αχνά, οι πόρτες στον επάνω όροφο είναι παλιές και χοντρές. Δεν μπαίνει καν στον κόπο να μπει μέσα. «Πρέπει συνεχώς να βρίσκω νέα πράγματα για να κρατάω το ενδιαφέρον τους ζωντανό» λέει. «Κι όταν είσαι έτσι, δεν βοηθάς καθόλου. Την επόμενη φορά θέλω να είσαι περισσότερο... συγκεντρωμένος. Αν δεν μπορείς ούτε αυτό, τότε σε τι μου χρησιμεύεις;» Ένα μέρος μου θέλει να απαντήσει. Είναι η μαμά μου, δεν μπορεί να μιλάει έτσι. Αλλά δεν θέλω να ξέρω τι θα συμβεί, αν η μαμά δεν με χρειάζεται πια. «Συγκεντρωμένος» ψιθυρίζω στον εαυτό μου. Νιώθω τη γεύση της λέξης. «Πρέπει να είμαι περισσότερο συγκεντρωμένος».
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=