19 Η Παουλίνα κοιτάζει το μέιλ που έστειλε τη νύχτα. Το έχει ήδη μετανιώσει. Προσπάθησε τρεις φορές, τις δύο πρώτες το διέγραψε από τα εξερχόμενα πριν προλάβει να σταλεί. Αλλά τελικά, λίγο μετά τις δύο το πρωί, έγραψε κάτι που την ικανοποίησε. Κάτι που δεν έλεγε πολλά, ούτε λίγα. Τουλάχιστον έτσι νόμιζε. Τώρα, πέντε ώρες αργότερα, δεν είναι τόσο σίγουρη. Δεν κοιμήθηκε όλη τη νύχτα, οπότε θα έπρεπε να είναι πολύ κουρασμένη, αλλά αυτό το καταραμένο μέιλ συνεχίζει να στριφογυρίζει στο μυαλό της, σαν σμήνος κουνουπιών που δεν μπορεί να το ξεφορτωθεί. Αν της είχε ζητήσει κάποιος άλλος να επικοινωνήσει με έναν άγνωστο υπό παρόμοιες συνθήκες, θα έλεγε όχι. Η μητέρα της ήταν όμως πάντα δίπλα της. Αν κάποιος φερόταν άσχημα στην Παουλίνα, ας πούμε κάποιος στο σχολείο ή ένας άδικος προπονητής στην ομάδα βόλεϊ, η μητέρα της ήταν εκεί, έτοιμη να τον κάνει κομματάκια. Ακόμα κι όταν η υγεία της χειροτέρεψε, ήταν πάντα έτοιμη να πολεμήσει για χάρη της. Κανείς δεν επιτρεπόταν να ενοχλεί την κόρη της. Η Παουλίνα πρέπει να το κάνει για χάρη της. Η μητέρα της ήταν βαριά άρρωστη έναν ολόκληρο χρόνο. Όταν πέθανε, πριν από δύο μήνες, η Παουλίνα βρήκε ένα γράμμα. Ήταν σ’ ένα συρτάρι του γραφείου και απευθυνόταν σ’ εκείνη. Ο φάκελος έγραφε «Να ανοιχτεί όταν πεθάνω». Η μητέρα της δεν είχε πει τίποτα γι’ αυτό όσο ζούσε. Στην αρχή η Παουλίνα πίστεψε ότι το γράμμα αφορούσε αλλαγές στη διαθήκη, όμως έκανε λάθος. Το περιεχόμενο της επιστολής περιείχε βέβαια κάποιο είδος κληρονομιάς, όχι όμως κάτι που θα περίμενε. Στο γράμμα ζητούσε από την κόρη της να επικοινωνήσει με κάποιον Ντάβιντ Λουντ στη Βαλεντούνα.
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=