Η θάλασσα στο χιόνι

12 ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΥΡΙΜΗ ήμουν μέσα στην πολυκοσμία, μου άρεσε να αφήνω το μυαλό μου να ταξιδεύει για ώρα, να δραπετεύει… Είμαι κάπως αλαφροΐσκιωτη τελικά σκέφτομαι και χαμογελάω. Κοιτάω πάλι έξω από το παράθυρο. Άρχισε να ψιλοβρέχει. Ακολουθώ με το βλέμμα μου το νερό να γλείφει το τζάμι και να χάνεται. Όταν ήμουν παιδί αγαπούσα τη βροχή. Κάποιες φορές ξεγλι­ στρούσα από τον έλεγχο της γιαγιάς και έβγαινα να περπατήσω την ώρα που έβρεχε. Γύρναγα λούτσα αλλά εκείνη δεν με μάλωνε. Με κοιτούσε μονάχα με εκείνο το βλέμμα που κουβαλούσε πολύ πόνο, πόνο χωνεμένο με τα χρόνια, όχι φρέσκο. Ανοίγω το πορτοφόλι μου για να σιγουρευτώ πως έχω μαζί μου λεφτά. Ταλαιπωρημένο από τα χρόνια το δέρμα, ξηλωμένο στις γωνιές, αλλά δεν το αλλάζω. Από τα πρώτα δώρα του Νάσου, θα το ’χω μέχρι να λιώσει. Είναι από εκείνα τα παλιά, με θήκη για φωτογραφία. Την κοιτάω. Είναι άδεια. Κι αν μου ζητήσουν οι συνάδελφοι να δουν την οικο­ γένεια, τα παιδιά μου; Δεν αγαπώ τις φωτογραφίες. Τζιν καμπάνα πα­ ντελόνι, κολλητό γαλάζιο μπλουζάκι που αφήνει το γεροδεμένο, γυμνασμένο σώμα να διαγράφεται, τα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=