Η σχολική γιορτή (Ο μικρός δράκος Καρύδας)

14 Ο μικρός δράκος φτεροκοπάει πανικόβλητος. Σαν τρελός χτυπάει τα φτερά του πάνω κάτω. Μα δεν καταφέρνει τίποτα. Πέφτει σαν σακί στις πέτρες. «Άααουα! Άαααουτς!» βάζει τις φωνές. Το πόδι του τον πονάει τόσο πολύ, που του ’ρχεται εμετός. Ο Καρύδας σφίγγει τα δόντια. Αυ- τό του έλειπε, να βάλει και τα κλάματα τώρα. Εί- ναι πολύ λυπημένος και πολύ θυμωμένος. Η Έμμα, η καινούρια δασκάλα, κατεβαίνει πε- τώντας και προσγειώνεται δίπλα του. «Έλα!» του λέει. «Θα σε βοηθήσω». Και τότε ο Καρύδας δεν μπορεί πια να κρατηθεί. «Θέλω να πάω σπίτι μου!» φωνάζει και βάζει τα κλάματα. Κλαίει με δυνατούς λυγμούς και τα δά- κρυα κυλάνε ποτάμι στα μάγουλά του. «Ε! Μικρέ δράκε!» ακούγεται από ψηλά η φωνή της κυρίας Προζελίντας. «Μην κάνεις έτσι! Η Έμ- μα θα σε πάει σπίτι σου κι αύριο θα προσπαθή- σεις ξανά». «Αυτό να το βγάλετε από το μυαλό σας!» της φωνάζει έξαλλος από θυμό ο Καρύδας. «Δε θέλω να μάθω να πετάω!» Αλλά η Έμμα τον έχει πάρει κιόλας στην πλάτη της και πηγαίνει προς τις Δρακοσπηλιές.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=