Η στενή πύλη

H Σ Τ Ε Ν Η Π Υ Λ Η 17 ρά, αψηφώντας το μέτρο, έμενε ακινητοποιημένη σε κά- ποια συγχορδία… Ένιωθα μια παράξενη δυσφορία όταν βρισκόμουν με τη θεία μου, ένα αίσθημα θαυμασμού, τρόμου και αναστάτω- σης. Ίσως κάποιο σκοτεινό ένστικτο με προειδοποιούσε να φυλάγομαι απ’ αυτή. Επιπλέον, ένιωθα ότι περιφρονούσε τη Φλώρα Άσμπερτον και τη μητέρα μου, ότι η μις Άσμπερ- τον τη φοβόταν και ότι η μητέρα μου δεν την αγαπούσε. ΛυσίλΜπυκολέν, θα ήθελα ναμη σας κρατάωπια κακία, να ξεχάσω για μια στιγμή ότι προξενήσατε τόσο κακό…Θα προσπαθήσω τουλάχιστον να μιλήσω για σας χωρίς θυμό. Μια μέρα εκείνου του καλοκαιριού –ή του επόμενου, καθώς σ’ αυτόν τον πανομοιότυπο διάκοσμο καμιά φορά οι ανα- μνήσεις μου επικάθονται η μία πάνω στην άλλη και συγχέο­ νται–, μπήκα στο σαλόνι να βρω ένα βιβλίο. Εκείνη βρι- σκόταν ήδη εκεί. Πήγα αμέσως να φύγω και, ενώ συνήθως μόλις που αντιλαμβανόταν την παρουσία μου, μου φώναξε: «Γιατί φεύγεις τόσο γρήγορα, Ζερόμ; Μήπως με φοβά- σαι;». Η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά καθώς την πλησίασα. Έβαλα τα δυνατά μου για να της χαμογελάσω και να της απλώσω το χέρι. Εκείνη το έκλεισε μέσα στο δικό της και με το άλλο μου χάιδεψε το μάγουλο. «Τι άσχημα που σε ντύνει η μητέρα σου, καημένο μου

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=