Η πείνα

[ 31 ] χίσει να γράφω ένα άρθρο για δέκα κορόνες; Εξάλλου, δεν φοβόμουν καθόλου το μέλλον, είχα πολλούς άσους στο μανί­ κι μου. Τι ήθελε λοιπόν αυτός ο ολωσδιόλου άγνωστος τύπος, τον οποίο μάλιστα είχα ελεήσει, μια τόσο όμορφη ημέρα; Το βλέμμα του γέρου με εκνεύρισε και αποφάσισα να του δώσω ένα καλό μάθημα πριν τον αφήσω. Σήκωσα τους ώμους μου απαξιωτικά και είπα: «Καλέ μου άνθρωπε, έχετε την κακή συνήθεια να καρφώ­ νετε το βλέμμα στα γόνατα κάποιου που σας έδωσε μια ολό­ κληρη κορόνα». Τίναξε το κεφάλι του προς τα πίσω και έμεινε με ανοιχτό στόμα. Κάτι γινόταν στο μυαλό του αλήτη, πίσω από το μέτω­ πό του. Θεωρώντας κατά πάσα πιθανότητα πως είχα πάει να τον κοροϊδέψω με κάποιον τρόπο, πήγε να μου δώσει τα χρή­ ματα πίσω. Χτύπησα το πόδι μου στο έδαφος βλαστημώντας και λέγο­ ντάς του να τα κρατήσει. Φανταζόταν πως είχα μπει σε όλη αυτή τη φασαρία για το τίποτα; Στο κάτω κάτω, μπορεί και να του χρωστούσα αυτή την κορόνα, μου συνέβαινε να θυμάμαι παλιά χρέη, είχε να κάνει με έναν έντιμο άνθρωπο, ακέραιο μέχρι τις άκρες των δαχτύλων. Εν ολίγοις, τα λεφτά ήταν δικά του…Δεν χρειαζόταν να ευχαριστεί, η ευχαρίστηση ήταν δική μου. Αντίο. Έφυγα. Απαλλάχτηκα επιτέλους από εκείνο τον κουτσό μπελά και ένιωσα ανακούφιση. Κατέβηκα την οδό Πίλεστραντ ξανά και σταμάτησα έξω από ένα μπακάλικο. Η βιτρίνα ήταν γεμάτη φαγώσιμα και αποφάσισα να μπω μέσα και να αγορά­ σω κάτι για τον δρόμο.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=