Η ωραία της ημέρας
Η ΩΡΑΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ | 17 Και, τότε, η νεαρή γυναίκα ομόρφυνε ακόμα περισσότερο απ’ την αγάπη που ένιωσε να κουρνιάζει σαν ένα τρυφερό ζωάκι μες στον κόρφο της. Χαμογέλασε κοιτάζοντας τον ηλιο καμένο σβέρκο, τους καλοσχηματισμένους ώμους του συζύ γου της. Ήταν γεννημένος στον αστερισμό της αρμονίας και της δύναμης. Ό,τι έκανε ήταν επιδέξιο, ακριβές και τόσο φυσικό. – Πιερ! φώναξε η Σεβερίν. Εκείνος γύρισε. Καθώς ο ήλιος τον χτύπησε καταπρόσω πο, μισόκλεισε τα μεγάλα γκριζωπά του μάτια. – Τι ωραία που είναι, είπε η νεαρή γυναίκα. Η χιονισμένη κοιλάδα εκτεινόταν σχηματίζοντας ήπιες κα μπύλες, θαρρείς και κάποιος τις είχε υπολογίσει με ακρίβεια. Πάνω ψηλά, γύρω απ’ τις βουνοκορφές, μερικά σύννεφα πλα νιόνταν σαν απαλές και γαλακτόχρωμες τούφες. Στις πλαγιές, έβλεπες χιονοδρόμους να γλιστρούν με κείνη τη φτερωτή, αδιόρατη κίνηση των πουλιών. Η Σεβερίν ξανάπε: – Τι ωραία που είναι. – Αυτό δεν είναι τίποτα, είπε ο Πιερ. Σπιρούνισε το άλογό του, που άρχισε να τροχάζει. Τώρα αρχίζουμε , αναλογίστηκε η νεαρή γυναίκα. Μια ευχάριστη αδημονία άρχιζε να την κατακλύζει· μια αδημονία που σιγά σιγά έγινε αυτοπεποίθηση, αγαλλίαση. Τα πήγαινε μια χαρά. Τα μακρόστενα χιονοπέδιλα την πα ρέσυραν από μόνα τους. Έφτανε ν’ αφεθεί στην κίνησή τους. Η ένταση των μυών της χαλάρωσε. Μπορούσε εύκολα να ελέγχει ακόμα και το πιο απαλό τους παιχνίδισμα. Μερικά αργόσυρτα έλκηθρα φορτωμένα με ξύλα πέρασαν από μπρο στά τους. Πάνω τους διέκρινες καθισμένους στο πλάι, με τα
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=