Η ντροπή
H N T Ρ Ο Π Η 13 κάτω μέρος της σκάλας. Δεν μπορώ να σταματήσω να κλαίω. Ο πατέρας μου δεν είχε συνέλθει, τα χέρια του έτρεμαν και η φωνή του εξακολουθούσε να είναι εκείνη η ασυνήθιστη. Έλεγε και ξανάλεγε «Εσύ γιατί κλαις; Δεν σου ’κανα τίποτα εσένα». Θυμάμαι μια φράση που είπα: «Θα με καταστρέ- ψεις εσύ». Η μητέρα μου έλεγε «Έλα, πάει, τέλειω- σε». Μετά, φύγαμε και οι τρεις για μια ποδηλατά- δα στην κοντινή εξοχή. Επιστρέφοντας, οι γονείς μου άνοιξαν το καφενείο όπως κάθε Κυριακή βρά- δυ. Δεν ξανάγινε ποτέ κουβέντα γι’ αυτό. Ήταν 15 Ιουνίου του 52. Η πρώτη ημερομηνία που θυμάμαι με τόση ακρίβεια από την παιδική μου ηλικία. Πριν από αυτήν, οι ημέρες και οι ημε- ρομηνίες που γράφονταν στον πίνακα και στα τε- τράδια έμοιαζαν απλώς φευγαλέες. Αργότερα, θα έλεγα σε κάποιους: «Ο πατέρας μου λίγο έλειψε να σκοτώσει τη μητέρα μου όταν ήμουν δώδεκα χρονών». Το γεγονός ότι θέλησα να τους το πω σήμαινε ότι τους θεωρούσα πολύ δικούς μου. Όλοι βουβάθηκαν μόλις το άκουσαν. Συνει- δητοποίησα ότι έκανα λάθος, κανείς δεν μπορούσε να δεχτεί κάτι τέτοιο. Πρώτη φορά γράφω για εκείνη τη σκηνή. Μέχρι σήμερα, μου φαινόταν αδύνατον να το κάνω, έστω
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=