Τα χρονικά του Άρανμορ 3: Η μάχη των Θυελλοφυλάκων

11 λύ χαμηλά και τα φτερά κουνιόνταν . Άλλωστε είχε πόδια – τέσσερα μάλιστα. Και είχε και χαίτη. «Ο Έενβαρ!» φώναξε η Σέλμπι, δίπλα ακριβώς στο αυτί του Φιον. Πετάχτηκε στον αέρα, σαν να είχε πιάσει φωτιά. «Είναι εδώ! Ήρθε να μας σώσει! Το ’ξερα πως θα ερχόταν! Το ’ξερα !» Σαν να είχε ξεπηδήσει από κάποιο απίστευτο όνειρο, το φτερωτό άλογο του Ντάγκντα πετούσε ψηλά πάνω από τα κεφάλια τους. Το τρίχωμά του είχε την ασημόλευκη λάμψη ολόφωτου αστεριού, η ουρά του λαμπύριζε στον χειμωνιάτικο ήλιο. Γλιστρούσε στα ουράνια, με τα δυνα- τά του φτερά να διαλύουν τις γκρίζες τούφες των συννέ- φων, αφήνοντας να ξεχωρίσει για λίγο το γαλάζιο που έκρυβαν πίσω τους. Έενβαρ – για κινδύνους που πλησιάζουν γοργά. Η μαγεία του Φιον ξέσπασε δίχως προειδοποίηση, με τη γνώριμη πια θέρμη να κυλά στις φλέβες του. Να σε λοιπόν. Ο άνεμος έγινε άγρια ριπή. Ο πάγος στη λίμνη έγινε κομμάτια με ένα τρανταχτό κρρρααακ και η επιφάνεια πλημμύρισε από ένα πανδαιμόνιο χρωμάτων, καθώς η ιριδίζουσα πέστροφα κολυμπούσε προς τα πάνω να ρίξει μια ματιά. ΟΦιον πήδησε πάνω στον βράχο και κούνησε τα χέρια πάνω από το κεφάλι. «Εδώ κάτω, Έενβαρ!» Ο Σαμ και η Σέλμπι χοροπηδούσαν πάνω κάτω φωνά- ζοντας με όλη τους τη δύναμη. Το φτερωτό άλογο δεν έδειχνε να ακούει τα παρακάλια

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=