Τα χρονικά του Άρανμορ 3: Η μάχη των Θυελλοφυλάκων
9 το σμαράγδι του Ντάγκντα. Τώρα πια το έπαιρνε παντού μαζί του, με την ελπίδα πως μπορεί να του έφερνε λίγη τύχη. Σήμερα έλαμπε αχνά. «Ίσως πρέπει να κινδυνεύει θανάσιμα κάποιος από εσάς για να ξυπνήσει πάλι η μα- γεία μου». Ο Σαμ κοίταξε τη Σέλμπι. «Τι θα ’λεγες να σε κρεμά- σουμε ανάποδα πάνω από κάναν γκρεμό;» Εκείνη τον λοξοκοίταξε. «Τι θα ’λεγες να πας να κάνεις μπάνιο με τις Γοργόνες;» «Προτιμώ να φάω τα κορδόνια μου, ευχαριστώ». «Μα δε θα σου έκαναν στ’ αλήθεια κακό» τον πείραξε. «Δίνουν σ’ εμένα λογαριασμό, το ξέχασες;» «Πώς να το ξεχάσω;» αποκρίθηκε ξερά ο Σαμ. «Με εκείνο το γιγάντιο κοχύλι να κρέμεται στον λαιμό σου συ- νέχεια – που, εδώ που τα λέμε, είναι έγκλημα κατά της μόδας». Ο Φιον κοίταξε τη μοναχική ιριδίζουσα πέστροφα να βουλιάζει στον πυθμένα της λίμνης κι ένιωσε να βουλιάζει μαζί και η καρδιά του. Δέκα μέρες είχαν περάσει από τότε που χάθηκε για πάντα ο παππούς του στο Βόρειο Σέλας. Δέκα μέρες από τότε που ηΜόριγκαν είχε αναστη- θεί από τον τύμβο της κάτω από τηΘαλασσινή Σπηλιά και παραλίγο να καταβροχθίσει την ψυχή του Φιον. Τώρα ήταν παγιδευμένοι στο νησί με ελάχιστες ελπίδες σωτηρίας, περιμένοντας από στιγμή σε στιγμή το χτύπημά της. Ο χειμώνας στοίχειωνε σαν φάντασμα το νησί. ΤαΧρι- στούγεννα είχαν έρθει και είχαν περάσει σχεδόν χωρίς να το καταλάβουν, η νέα χρονιά γλιστρούσε αθόρυβα μέσα
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=