Η μαύρη σκόνη (Κουρσάροι της περιπέτειας)

9 2 ䷁ ΓΗ ΠΑΝΩ ΣΤΗ ΓΗ: Ο ΔΕΚΤΙΚΟΣ. ΑΚΙΝΗΤΟ ΚΕΝΤΡΟ, ΥΠΟΖΥΓΙΟ ΗΡΕΜΟ ΚΑΙ ΥΠΑΚΟΥΟ. ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΤΟ ΡΕΥΜΑ. «Τ σινγκ!» τη φώναξε η μαμά της. «Για πού το ’βαλες;» Στο γραφείο υπήρχαν σκορπισμένα χαρτιά. Το μελάνι επάνω τους ήταν ακόμη νωπό. Η γυναίκα κοίταξε τον αποφασιστικό γραφικό χαρακτήρα κι ένα χαμόγελο ζωγραφίστηκε στα χείλη της. Ημικρή της φυγάς είχε ταλέντο στις γραφικές τέχνες, ακό­ μα και σ’ εκείνες στις οποίες δεν έβρισκε ιδιαίτερο ενδιαφέρον · μόνο που δεν μπορούσε να καθίσει στιγμή ήσυχη. Ίδια ο πατέρας της. Ιδίως όταν ήταν απασχολημένος με κάποιο καινούριο πείραμα. Δεν ήθελε να της αποκαλύψει το παραμικρό, όμως το γεγονός ότι είχε μεταφέρει το μικρό του εργαστήριο στην αποθήκη που είχαν στα χωράφια τους, μακριά από το χωριό, δεν ήταν και πολύ καλό σημάδι. Ήξερε πολύ καλά ότι ήταν άδικος κόπος να προ­ σπαθεί να καταλάβει τι μηχανορραφούσαν αυτοί

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=