Η Μάρτα κοιμάται

11 Νάντια Η κρίση πανικού είναι σαν να στέκεσαι στο χείλος ενός άσπρου απόκρημνου βράχου. Μην κοιτάς κάτω , λέω στον εαυτό μου, γέρνοντας πίσω το κεφάλι και προσπαθώντας να πάρω ανάσα. Από πάνω μου γκρίζα σύννεφα, βαριά σαν μολύβι, σκεπάζουν έναν ουρανό που μέχρι λίγο πριν είχε το χρώμα της λεβάντας. Ακούω θορύβους. Μοιάζουν με βροχή, που πέφτει στακάτη στο τζάμι ενός παραθύρου. Όχι, δεν είναι βροχή τελικά. Είναι πετραδάκια που κυλούν, είναι ο βράχος που θρυμματίζεται κάτω από τα πόδια μου. Πάω να κάνω ένα βήμα πίσω. Αδύνατον. Τρεκλίζω, χάνω την ισορρο­ πία μου. Κάνω κουπί με τα χέρια μου στον αέρα επειδή αρνού­ μαι να το αποδεχτώ. Επειδή κάθε φορά νομίζω πως υπάρχει ελπίδα να το αποφύγω. Δεν υπάρχει. Πέφτω, κι από το στόμα μου βγαίνει μια βουβή κραυγή. Το νερό… Βλεφαρίζω. Βλέπω ένα ράφι με σοκολάτες να κλυδωνίζεται από πάνω μου, έναν καταψύκτη να γλιστράει προς το μέρος μου σαν να παραδέρνει στα κύματα. Το σώμα μου κείτεται πάνω σ’ ένα παγωμένο πέτρινο δάπεδο που σκαμπανεβάζει. Μου έρχεται ναυτία, λίγη χολή ανεβαίνει στον οισοφάγο μου. Από μακριά ακούγονται ακατάληπτες ομιλίες και βαβούρα. Πάω να ρωτήσω Τι συνέβη; – μα συνειδητοποιώ την ανοησία μου. Ξέρω ακριβώς τι συνέβη. Έπεσα από τον γκρεμό, τέταρτη φορά αυτό τον μήνα.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=