Η Μάρτα κοιμάται

18 Απρίλιος 2014 (πέντε χρόνια πριν) Η Νέλλη Σουτ λάτρευε τις ταινίες. Ανέκαθεν. Οι γονείς της δια­ τηρούσαν ένα πανδοχείο στις πεδιάδες του Μεκλεμβούργου, μια οικογενειακή επιχείρηση που είχε περάσει ήδη στην τρίτη γενιά. Δεν ήταν τίποτα σπουδαίο – τέσσερα δωμάτια, συμπαθητική κουζίνα και αξιοπρεπής καθαριότητα. Οι άνθρωποι που κατέ­ ληγαν εκεί ήταν ή περαστικοί ή υπερβολικά τσιγκούνηδες για να πάνε σε ξενοδοχείο. Στο πορτμαντό από κέρατα ελαφιού πίσω από τη βιτρό πόρτα που οδηγούσε στην τραπεζαρία κρέ­ μονταν τα όνειρα της μητέρας της – καθώς υπήρχε πάντα αρ­ κετός χώρος δίπλα στα πανωφόρια των λιγοστών πελατών. Κα­ μιά φορά, η Νέλλη την άκουγε να κλαίει. Ο πατέρας της, πάλι, απολάμβανε ιδιαίτερα τη ζωή του στον ρόλο του πανδοχέα, «του νεαρού Σουτ, που έχει Το χρυσό μοσχάρι»· μόλις ξεμπέρδευε με το πλύσιμο των ποτηριών της μπίρας, θρονιαζόταν στην κε­ φαλή του τραπεζιού με τους λιγοστούς μόνιμους θαμώνες του εστιατορίου του πανδοχείου και άρχιζε να γκρινιάζει μαζί με τους υπόλοιπους για την παρακμή των μεγαλουπόλεων. Ο με­ γαλύτερος ρόλος που έπαιξε ποτέ η Νέλλη στην ταινία της ζωής των γονιών της ήταν αυτός του κομπάρσου. Ήδη από μικρό παιδί ένιωθε πάντα εμπόδιο. Μπλεκόταν στα πόδια τους τις πιο ακατάλληλες στιγμές – Ήμαρτον, Νέλλη! –, με αποτέλεσμα κά­ θε τόσο να βρέχει μπίρα και γλιστερή καφετιά σάλτσα, ενώ φέτες ψητού προσγειώνονταν σαν σφαλιάρες στο πάτωμα, ανά­ μεσα στα σπασμένα πιατικά. Έτσι, για κάποιο διάστημα τη

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=