Η μάγισσα (Μεταίχμιο Pocket)

[ 24 ] ΗΜαρί άκουσε την εξώπορτα να κλείνει με θόρυβο, με πάταγο, και χαμογέλασε. Επιτέλους μόνη. Ο Μπιλ Άντερσον άνοιξε το καπάκι του καλαθιού και έβγαλε ένα από τα ανοιχτά σάντουιτς που είχε ετοιμάσει η Γκουν. Κοίταξε ψηλά πριν κλείσει μεμιάς το καπάκι ξανά. Οι γλάροι ήταν ταχύτατοι κλέφτες και, αν δεν πρόσεχες, μπορούσαν να σου φάνε όλο το φαΐ. Εδώ έξω στην αποβάθρα ήσουν πραγματικά ευάλωτος. Η Γκουν τον σκούντησε στο πλευρό. « Είναι καλή ιδέα» του είπε. «Τρελή, αλλά καλή». Ο Μπιλ έκλεισε τα μάτια και δάγκωσε μια μπουκιά από το σά- ντουιτς. «Το εννοείς πραγματικά ή το λες απλώς για να κάνεις τον αντρούλη σου χαρούμενο;» τη ρώτησε. «Κι από πότε, παρακαλώ, λέω πράγματα για να σε κάνω χαρούμε- νο;» είπε η Γκουν, και οΜπιλ αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι είχε δίκιο. Στα σαράντα χρόνια που ήταν μαζί ελάχιστες ήταν οι φορές που η Γκουν δεν υπήρξε απόλυτα ειλικρινής. «Λοιπόν, το σκέφτομαι συνέχεια έκτοτε, και πιστεύω ότι θα λει- τουργήσει και σ’ αυτή την περίπτωση. Μίλησα με τον Ρολφ πάνω στον καταυλισμό προσφύγων, δεν περνούν και πολύ καλά εκεί. Οι άνθρω- ποι είναι τόσο δειλοί, που δεν τολμούν ούτε να τους πλησιάσουν». «Στη Φιελμπάκα κι από το Στρέμσταντ να ’χεις έρθει πάλι ξένο σε θεωρούν, οπότε δεν είναι περίεργο που οι ντόπιοι δεν υποδέχτηκαν με ανοιχτές αγκάλες τους Σύριους». Η Γκουν έπιασε άλλο ένα ψωμάκι και άπλωσε πάνω του ένα παχύ στρώμα βούτυρο. «Τότε είναι ώρα να αλλάξουν στάση» είπε ο Μπιλ με μια πλατιά χει- ρονομία. «Εδώ έχουμε ανθρώπους που πήραν τον δρόμο της προσφυ- γιάς με μικρά παιδιά για να γλιτώσουν από τα δεινά του πολέμου και

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=