Η κυρία Νταλογουέι
V I R G I N I A W O O L F 22 διά, την εξαίσια δροσιά. Και µετά, όταν άνοιξε τα µάτια της, πόσο φρέσκα φαίνονταν τα τριαντάφυλλα, σαν δαντε- λωτά ασπρόρουχα φρεσκοπλυµένα και βαλµένα σε ψάθινα καλάθια · πόσο σκούρα και σεµνά τα κόκκινα γαρίφαλα που κρατούσαν τα κεφάλια τους ψηλά · κι όλα τα µοσχοµπίζελα απλωµένα στις γυάλες τους, βιολετιά, πάλλευκα, υπόλευ- κα – σαν να είχε φτάσει το βράδυ και να είχαν βγει οι κοπέ- λες µε τις µουσελίνες να µαζέψουν µοσχοµπίζελα και τρι- αντάφυλλα, αφού η υπέροχη καλοκαιρινή µέρα, µε τον σκούρο µπλε ουρανό της, τα τριαντάφυλλά της, τα κρίνα της, είχε φτάσει στο τέλος της · ήταν µεταξύ έξι και επτά, ώρα που κάθε λουλούδι –τα τριαντάφυλλα, τα γαρίφαλα, οι ίριδες, οι πασχαλιές– φεγγοβολά · λευκό, βιολετί, κόκκι- νο, βαθύ πορτοκαλί · όλα τα λουλούδια µοιάζουν να φλέγο- νται µόνα τους, απαλά, αγνά, στα θαµποφωτισµένα παρ- τέρια · και πώς αγαπούσε τα αχνόγκριζα πεταλουδάκια που µπαινόβγαιναν και στριφογύριζαν πάνω απ’ την κερασόπι- τα, πάνω απ’ τις πριµούλες το βράδυ! Και καθώς πήγαινε µαζί µε τη δεσποινίδα Πιµ από βάζο σε βάζο για να διαλέξει, ανοησίες, ανοησίες, έλεγε στον εαυτό της, όλο και πιο ήπια, λες και αυτή η οµορφιά, αυτό το άρωµα, αυτό το χρώµα κι η δεσποινίς Πιµ, που τη συµ- παθούσε, που την εµπιστευόταν, ήταν ένα κύµα που η ίδια άφηνε να κυλήσει πάνω της και να νικήσει αυτήν την έχθρα, αυτό το τέρας, να τα νικήσει όλα · και τη σήκωνε ψηλά, ακόµα πιο ψηλά, όταν – ωχ! µια πιστολιά ακούστηκε έξω στον δρόµο! «Θεέ µου, αυτά τααυτοκίνητα» είπε ηδεσποινίςΠιµκαι,
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=