Η κρεμάλα

D A N I E L C O L E 24 Αφού άφησε στην άκρη την κάρτα χασκογελώντας, ο Φίνλεϊ ξεκί- νησε τον εγκάρδιο αποχαιρετισμό του. Σχεδίαζε να μην πλατειά­ σει όσο αυτό ήταν δυνατόν, καθώς δεν του άρεσαν ποτέ οι δημό- σιες ομιλίες. «Σοβαρά, τώρα, σας ευχαριστώ. Γυροφέρνω εδώ μέσα από τότε που η Σκότλαντ Γιαρντ ήταν ολοκαίνουργια-του-κουτιού...» Έκανε μια παύση, ελπίζοντας ότι ένας, τουλάχιστον, θα γελούσε. Η εκφορά του λόγου του ήταν φριχτή και μόλις είχε καταστρέψει το καλύτερο αστείο του. Αλλά συνέχισε, παρ’ όλα αυτά, γνωρί- ζοντας ότι δεν μπορούσε πια να σώσει την κατάσταση. «Αυτό το μέρος και οι άνθρωποί του είναι πλέον κάτι παρα- πάνω από μια απλή δουλειά και κάποιοι συνάδελφοι – έχετε γίνει η δεύτερη οικογένειά μου». Μια γυναίκα που στεκόταν στην πρώτη σειρά ανέμισε τα χέ- ρια της μπροστά στα βουρκωμένα μάτια της. Ο Φίνλεϊ προσπά- θησε να της χαμογελάσει, έτσι που να λέει ότι το αίσθημα ήταν αμοιβαίο και ότι του περνούσε μια κάποια ιδέα για το ποια ήταν. Σήκωσε το βλέμμα και κοίταξε το κοινό του. Αναζήτησε το μονα- δικό πρόσωπο για το οποίο προοριζόταν πραγματικά το αποχαι- ρετιστήριο μήνυμά του. «Είχα την ευτυχία να δω ορισμένους από εσάς να μεγαλώνουν κοντά μου, να μεταμορφώνονται από μικρές φαντασμένες εκπαιδευ- όμενες σε…» –ένιωσε και τα δικά του μάτια να τσούζουν τώρα– «δυ- νατές, ανεξάρτητες, όμορφες και γενναίες γυναίκες… και άντρες» πρόσθεσε, ανήσυχος ότι μπορεί μόλις να καρφώθηκε από μόνος του. «Θέλω να πω πόσο μεγάλη είναι η χαρά μου που δούλεψα μαζί σας και πόσο πραγματικά υπερήφανος είμαι για σας. Σας ευχαριστώ». Καθάρισε τον λαιμό του και χαμογέλασε στους συναδέλφους του που τον χειροκροτούσαν, όταν εντόπισε επιτέλους την Μπάξ- τερ. Στεκόταν δίπλα στο γραφείο της με την πόρτα της στενής αίθουσας κλειστή, χειρονομούσε έντονα καθώς μιλούσε με κά-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=