Η κούκλα

11 1 Ο άνεμος άλλαξε ξαφνικά κατεύθυνση και μια κηλίδα από λά­ δι μηχανής άρχισε ν’ απλώνεται σιγά σιγά στο κατάστρωμα. H ενοχλητική μυρωδιά του μηχανέλαιου πλημμύρισε τα ρουθού­ νια της Ντίσα κι εκείνη σήκωσε τον γιακά του μάλλινου πουλόβερ της σκεπάζοντας το πρόσωπό της. Το ευχάριστο άρωμα του απορρυπαντικού για μάλλινα και ευαίσθητα ρούχα νίκησε μεμιάς τις τοξικές αναθυμιάσεις της μηχανής. Ο Φρίκι, ο ιδιοκτήτης της βάρκας, και η Ρόουσα, η κόρη της, δεν έμοιαζαν να ενοχλούνται τόσο πολύ από τον μολυσμένο αέρα που ανέπνεαν. Στέκονταν κι οι δυο ακουμπισμένοι στην κουπαστή με το βλέμμα τους συγκε­ ντρωμένο στα δίχτυα. Ήταν πολύ περίεργοι να δουν επιτέλους τι ψάρια θα έπιαναν. Αντίθετα, η Ντίσα προτίμησε να καθίσει κοντά στην τιμονιέρα. Με την πλάτη της προσπαθούσε να βρει ένα μικρό τειχίο για να στηριχτεί. Έκανε μεγάλες προσπάθειες να πείσει τον εαυτό της ότι η θέση που είχε διαλέξει δεν είχε να κάνει με τη φοβία της για τη θάλασσα και τον διαρκή τρόμο της να μην πνιγεί. Έτσι πίστευε πως θα έβγαζε ψεύτη τον Φρίκι που πρώτος είχε προσέξει τον φόβο στα μάτια της. Εκείνος βέβαια δεν την πίστεψε. Κάθε τόσο έριχνε κλεφτές ματιές προς το μέρος της ανήσυχος. Αντίθετα, η Ρόουσα έμοιαζε ατρόμητη. Ήταν ακόμη πολύ μικρή για ν’ αφήνει τους φόβους να πνίγουν τη λαχτάρα της για περιπέτεια. Έτσι κι εκείνοι την επισκέπτονταν σπάνια.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=