Η κούκλα

Η Κ Ο Υ Κ Λ Α 21 πρότασή του δεν είχε την επιτυχία που περίμενε. «Να τη βάλω σε μια σακούλα;» ρώτησε προσπαθώντας να βολιδοσκοπήσει τις προθέσεις τους. Πριν η Ντίσα προλάβει να αρνηθεί, η Ρόουσα πετάχτηκε και δέχτηκε τη λύση. «Ναι! Βάλ’ τη στη σακούλα κι εγώ θα την πλύ­ νω μόλις φτάσουμε στο σπίτι». Η μικρή κοίταξε τη μητέρα της και χαμογέλασε. «Και ποιος ξέρει; Ίσως μια μέρα να βρούμε και το κοριτσάκι που την έχασε». Κρίνοντας απ’ όλο αυτό το οικοσύστημα που είχε αναπτυχθεί πάνω στην κούκλα, η Ντίσα καταλάβαινε πως το παιχνίδι είχε περάσει αρκετά χρόνια στον πάτο της θάλασσας. «Είμαι σίγουρη πως το κορίτσι που έχασε την κούκλα έχει πάψει εδώ και πολύ καιρό να παίζει με παιχνίδια. Κι είναι σχεδόν βέβαιο πως την έχει πια ξεχάσει». «Η κούκλα μπορεί και να ανήκε σε κάποιο αγόρι. Πώς μπο­ ρούμε να είμαστε τόσο βέβαιοι ότι ανήκε σ’ ένα κορίτσι;» Δεν ήταν η πρώτη φορά που η Ντίσα συνειδητοποιούσε πως η κόρη της ήταν παιδί μιας άλλης γενιάς, πολύ πιο σύγχρονης από τη δική της. «Κι εγώ είμαι σίγουρη ότι όποιος την έχασε θα είναι ακόμη πάρα πολύ στενοχωρημένος γι’ αυτό. Εγώ τουλάχιστον έτσι θα ’νιωθα στη θέση του. Ακόμα κι αν ήμουν εκατό χρονών!» Η Ντίσα δεν είχε καμιά αμφιβολία γι’ αυτό. Η κόρη της ήταν απ’ τα παιδιά που έβλεπαν τα παιχνίδια τους σαν έμβια όντα. Αλλά ούτε κι η ίδια πήγαινε πίσω. Ακόμη κρατούσε τα αρκουδάκια και τις κούκλες της σε μεγάλες κούτες στο κελάρι του πατρικού της κι ως τότε δεν είχε βρει τη δύναμη να τα ξεφορτωθεί. Μητέρα και κόρη συνέχισαν να συζητούν για λίγο, ενώ ο Φρί­ κι τις κοίταζε διστακτικά χωρίς να βγάζει λέξη. Στο τέλος η Ρόου­ σα κατάφερε να πείσει την Ντίσα να κρατήσουν την κούκλα. Ο Φρίκι δεν μπορούσε να κρύψει την ανακούφιση που ένιωσε. Με

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=