Η κούκλα

Y R S A S I G U R D A R D O ΄ T T I R 20 σα και τα ρεύματα να την παρέσυραν ως εδώ. Μπορεί επίσης και να την ξέθαψε το καλάμι μας απ’ τον βυθό κι ύστερα να ’πεσε στα δίχτυα μας». Η Ντίσα σκέφτηκε πως ο Φρίκι είχε δώσει στην κόρη της την καλύτερη απάντηση. Μα την αλήθεια, δεν είχε τίπο­ τα να προσθέσει στα λόγια του. «Το καημένο το κοριτσάκι...!» είπε με μελαγχολικό βλέμμα η Ρόουσα. «Και την καημένη την κουκλίτσα...!» Ο Φρίκι έσκυψε στο κατάστρωμα και για μια στιγμή φάνηκε να χώνει τα χέρια του μες στα μανίκια του για να πιάσει την κούκλα. Όμως αμέσως το ξανασκέφτηκε. Δεν ήθελε να νομίζουν πως ήταν κανένας μυγιάγγιχτος σιχασιάρης. Έπιασε γρήγορα την κούκλα με τις γυμνές του παλάμες και τη σήκωσε ψηλά. Τότε, μικροί χείμαρροι θαλασσινού νερού άρχισαν να τρέχουν ορμητικοί από τα σημεία που ένωναν τα πόδια με τον κορμό της. «Καλύτε­ ρα να την ξαναπετάξουμε στη θάλασσα». «Όχι!» πετάχτηκε φωνάζοντας η Ρόουσα. «Θέλω να την πάρω εγώ». Η Ντίσα έσμιξε και πάλι απότομα τα φρύδια της. «Δεν υπάρ­ χει περίπτωση! Μα καλά, δεν βλέπεις όλη αυτή τη γλίτσα πάνω της; Αυτή η κούκλα έχει πάνω της ολόκληρη αποικία ζωντανών οργανισμών!» Πάντως, παρά το παράλογο αυτό αίτημα, η Ντίσα παρατηρού­ σε πως η εκδρομή με τη βάρκα είχε πολύ ευεργετική επίδραση στην κόρη της. Ήταν η πρώτη φορά που την άκουγε να υπερασπί­ ζεται με τόση ζέση τη γνώμη της και να επιμένει σ’ αυτήν. «Δεν με νοιάζει. Εγώ θέλω να την πάρω σπίτι». Ο Φρίκι έμεινε για ώρα σιωπηλός με ένα διστακτικό, σχεδόν τρομαγμένο βλέμμα. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα είχε μετα­ μορφωθεί και πάλι στον παλιό, γνώριμο, άτολμο Φρίκι του γραφείου. Κοίταζε πότε την Ντίσα και πότε τη Ρόουσα αγχω­ μένος προσπαθώντας να βρει μια μέση λύση. Αλλά τελικά η

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=