Η καμαριέρα

H Κ Α Μ Α Ρ Ι Ε Ρ Α 21 στον μού είπε ότι χτες πέθανε η γιαγιά σου. Κάλεσα ήδη αντικαταστάτρια να αναλάβει τη βάρδια σου. Υπέθεσα ότι θα έπαιρνες άδεια σήμερα». «Γιατί το υποθέσατε, κύριε Σνόου;» ρώτησα. «Όπως έλεγε η γιαγιά: Μην υποθέτεις, αν δεν θες να βγεις ψεύτης ». Ο κύριος Σνόου φάνηκε σαν να κατάπιε τη γλώσσα του. «Δέξου τα συλλυπητήριά μου. Αλλά είσαι σίγουρη ότι δεν θέλεις να πάρεις άδεια σήμερα;» «Η γιαγιά πέθανε, όχι εγώ» απάντησα. «Η ζωή συνεχί­ ζεται, ξέρετε». Τα μάτια του γούρλωσαν – από το σοκ, να υποθέσω; Δεν θα καταλάβω ποτέ γιατί οι άνθρωποι σοκάρονται περισσό­ τερο από την αλήθεια παρά από το ψέμα. Παρ’ όλα αυτά, ο κύριος Σνόου δεν επέμεινε. «Όπως θέλεις, Μόλι». Λίγα λεπτά αργότερα, βρισκόμουν σ’ ένα από τα απο­ δυτήρια προσωπικού στο υπόγειο φορώντας τη στολή κα­ μαριέρας, όπως κάνω κάθε μέρα, όπως έκανα σήμερα το πρωί, όπως θα κάνω και αύριο, παρότι κάποιος άλλος –όχι η γιαγιά μου– πέθανε σήμερα. Και μάλιστα, όχι στο σπίτι του αλλά στο ξενοδοχείο. Ναι. Ακριβώς. Σήμερα στη βάρδια μου βρήκα έναν επι­ σκέπτη πάρα πολύ νεκρό στο κρεβάτι του. Τον κύριο Μπλακ. Τον γνωστό κύριο Μπλακ. Εκτός αυτού όμως, η μέρα μου κύλησε κανονικά, όπως πάντα. Δεν είναι ενδιαφέρον πώς ένα συνταρακτικό γεγονός μπορεί να αλλάξει τον τρόπο που θυμάσαι αυτά που συνέ­ βησαν; Συνήθως οι εργάσιμες μέρες κυλούν σαν να έχει

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=