Η γοργόνα

31 Η Γ Ο Ρ Γ Ο Ν Α ζαρία του Grand Hotel, και πήρε μια βαθιά ανάσα καθώς ετοι­ μάστηκε να υποδεχτεί τους επισκέπτες που είχαν αρχίσει να καταφθάνουν. Χαμογέλασε, αλλά ήταν ένα χαμόγελο που κό­ στιζε περισσότερο απ’ όσο θα ήταν σε θέση να φανταστεί κανείς. «Θα μπορέσεις να μείνεις νηφάλια απόψε;» έκανε σφυριχτά στη γυναίκα του ο Έρικ Λιντ, για να μην τους ακούσουν και οι υπόλοιποι που στέκονταν στην ουρά για να μπουν στον χώρο που θα γινόταν το πάρτι. «Εσύ θα μπορέσεις να μη βάλεις χέρι σε καμία απόψε;» αντιγύρισε η Λουίζ χωρίς να μπει στον κόπο να ψιθυρίσει. «Δεν καταλαβαίνω για ποιο πράγμα μιλάς» είπε ο Έρικ. «Και χαμήλωσε λίγο τη φωνή σου, σε παρακαλώ». Η Λουίζ περιεργάστηκε με ψυχρό βλέμμα τον σύζυγό της. Ήταν όμορφος, δεν μπορούσε να το αρνηθεί. Και κάποτε αυτό την είχε αγγίξει. Είχαν συναντηθεί στο πανεπιστήμιο και πολ­ λές κοπέλες την κοιτούσαν με ζήλια που είχε καταφέρει να τα φτιάξει με τον Έρικ Λιντ. Έπειτα εκείνος είχε αργά και στα­ θερά γαμήσει κυριολεκτικά την αγάπη της, τον σεβασμό της και την εμπιστοσύνη της. Όχι μαζί της βέβαια, Θεός φυλάξει. Διότι ο Έρικ δεν είχε κανένα πρόβλημα να το κάνει αυτό και εκτός της συζυγικής κλίνης. «Γεια σας! Κι εσείς εδώ; Πόσο χαίρομαι!» Η Σεσίλια Γιανσντότερ έφτασε σπρώχνοντας κοντά τους και τους φίλησε και τους δυο στα μάγουλα. Ήταν η κομμώτρια της Λουίζ και, επίσης, ερωμένη του Έρικ τον τελευταίο χρόνο. Αλλά πίστευαν και δύο ότι η Λουίζ δεν το γνώριζε, φυσικά. «Γεια σου, Σεσίλια» είπε η Λουίζ και χαμογέλασε. Ήταν γλυκιά κοπέλα, και αν άρχιζε να κρατάει κακία σε όλες τις γυναίκες που είχαν πλαγιάσει με τον άντρα της δεν θα μπορού­ σε να συνεχίσει να μένει στη Φιελμπάκα. Άλλωστε είχε σταμα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=