Η ερωμένη της

[ 14 ] φιβάλλω για τον τύπο αυτόν, που θαύμαζα. «Τώ- ρα, αγαπητή μου Έλενα, αφήνοντάς σε, ξέρεις πού πάω; Πάω να επισκεφτώ ένα ζεύγος που δεν έχει δεύτερο στον κόσμο. Ιδανικός τύπος!…» Τι απογοήτεψη όμως! Τι ειρωνεία! «Άσ’ τα, Nτό- ρα μου, παίρνω το διαζύγιό μου. Είχα να κάνω με τον πιο βάρβαρο άνθρωπο του κόσμου. Κι ύστερα σου λένε ποιητής. Πάνε όλα τα ιδανικά μου… Σε τίποτε πια δεν πιστεύω σ’ αυτό τον κόσμο. Είναι χτήνη… ποτέ δεν αγάπησαν ειλικρινά…» Ήταν το δεύτερο κανόνι αυτό για μένα. Κείνη την ώρα ψι- θύρισα δειλά μέσα μου: «Λίζα μου! Γλυκιά μου, αγαπημένη μου Λίζα! Αστάρτη μου !…» * * * Σαν πήγα σπίτι, μ’ ανήγγειλαν το θάνατο ενός παι- δικού μου φίλου απ’ την (Αλεξάντρεια). Ένιωσα τόση θλίψη!… Ύστερ’ άνοιξα το ημερολόγιό μου και είδα στις περασμένες σελίδες παιδιάτικες περιγρα- φές των τρελών μας παιχνιδιών… και νοστάλγησα τόσο. Κρατώντας την πένα πάνω στις σελίδες του χοντρού τετραδίου έγραψα άθελα το όνομα Λίζα. Ύστερα το ξανάγραψα με κεφαλαία γράμματα, ύστερα αραιά, ύστερα πλαγιαστά, γοτθικά, σαν του τύπου, βυζαντινά κτλ., ύστερα διάφορες τζίφρες: «Λίζα μου, Λιζέτα μου, Λιζάκι μου» και πάει λέγο- ντας. Όταν βαρέθηκα και πέταξα την πένα, μετρώ αδιάφορα πόσες φορές το ’γραψα. Ήταν… δεκα-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=