Η εποχή της δωρεάς
Π Α Τ Ρ Ι Κ Λ Η Φ Ε Ρ Μ Ο Ρ 36 τακόρυφη φορά της σε ένα τρίστρατο που έλεγες πως ξεδιπλω νόταν σε σαράντα οργιές βάθος. O οδηγός μας, καθώς έπαιρνε τη στροφή στη μουσκεμένη άσφαλτο για να μπει στην οδό Άμπερ Τέιμς, έγειρε πίσω και είπε: «Καλός βροχάρης για παπάκια!». Μυρωδιά ψαριού χάιδεψε φευγαλέα τα ρουθούνια μας. Oι καμπάνες του Αγίου Μάγνου του Μάρτυρα και του Αγίου Nτάν στανς στα Ανατολικά σήμαιναν επιτακτικά την ώρα· ανάμεσα στο Nομισματοκοπείο και τον Πύργο του Λονδίνου οι μπροστινές ρόδες μας εκσφενδόνισαν καταρράκτες νερού. Αθρόα σκοτεινά κτίσματα, δεντροκορφές και ακρόπυργα ξεχώριζαν με δυσκολία από τη μια πλευρά μας· και αμέσως, ίσια μπροστά, είδαμε να υψώνονται οι χαλύβδινες αψιδώσεις και τα βέλη της Τάουερ μπριτζ. Το ταξί σταμάτησε πάνω στη γέφυρα μόλις ένα βήμα από τον πρώτο πύργο και ο οδηγός έδειξε τα πέτρινα σκαλοπάτια που οδηγούσαν στην αποβάθρα του Άιρονγκεϊτ. Μια στιγμή αργότε ρα τα είχαμε κατέβει: πέρα από το βοτσαλωτό λιθόστρωτο, με τη μουσκεμένη τρίχρωμη ολλανδική σημαία του να ανεμίζει νοτι σμένη στην πρύμνη και μια ξεφτισμένη βεντάλια καπνού να ξε χύνεται πάνω στο ποτάμι, ήταν αγκυροβολημένο το ατμόπλοιο Στάτχουντερ Βίλεμ . Εκεί που τερμάτιζαν ατέλειωτες οργιές αλυσί δας, ο στρόβιλος της παλίρροιας το είχε υψώσει με ένα στεναγμό στη στάθμη της προβλήτας: Κατάστιλπνο από τη βροχή, με τις μηχανές αναμμένες για την εκκίνηση, έπλεε ζωσμένο από ένα φωνακλάδικο τσίρκο γλάρων. Η ανυπομονησία μου και ο κατα κλυσμός συντόμεψαν τις αγκαλιές και τις χαιρετούρες, και γω κατέβηκα το διάδρομο κρατώντας σφιχτά το ραβδί και το σάκο μου, ενώ οι άλλοι ορμούσαν πίσω στα σκαλοπάτια – τέσσερα λασπωμένα μπατζάκια και ένα ζευγάρι ψηλά τακούνια που δρα σκέλιζαν λακκούβες με λασπόνερα τρέχοντας προς το ταξί που περίμενε· μισό λεπτό αργότερα, τους είδα ψηλά στο κιγκλίδωμα
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=