Η επιστροφή του τσάρου (Κουρσάροι της περιπέτειας)

9 κι όλων εκείνων που ήταν αναγκασμένοι να έχουν κάπου μια μόνιμη κατοικία. Αν και ξεριζωμένος, εκείνος αισθανόταν ευτυχής. Τίποτα δε μένει ακίνη- το στη Σιβηρία, τίποτα δε ριζώνει, γι’ αυτό θα πρέπει πάντα να μετακινούμαστε . Αυτό του είχε μάθει ο κύ- ριος Ποτότσκι, μία από τις πρώτες φορές που τον είχε πάει για κυνήγι. Κι έτσι, με τα χέρια σταυρωμένα στο σβέρκο, περίμενε πότε θα πέσει στην παγίδα του κάποια ζιμπελίνα, και την ίδια στιγμή υπολόγιζε πόσες θα έπιανε εκείνο το καλοκαίρι. Η γούνα κάθε ζιμπελί- νας άξιζε δέκα φορές το βάρος της, αρκεί να την έγδερνε χωρίς να καταστρέψει το τρίχωμά της. Ο κύριος Ποτότσκι τού είχε δείξει πώς να το κάνει, με το μικρό και κάπως καμπυλωτό του μαχαίρι. Στην αρχή το δοκίμασε με τα κουνέλια και την προηγούμενη χρονιά με την πρώτη ζιμπελίνα. Ένιωθε τυχερός: έβγαζε το ψωμί του χάρη σε μια καλή δουλειά έξω στην ύπαιθρο, μάθαινε και- νούρια πράγματα και έβαζε και δυο δεκάρες στην άκρη. Τις γούνες τις πήγαιναν στο Ουστ, απ’ όπου ξεκινούσαν βάρκες που διέσχιζαν τη λίμνη Βαϊκάλη. Ο κύριος Ποτότσκι παζάρευε πάντα τις τιμές, για- τί ήξερε ότι στη συνέχεια αυτοί με τις βάρκες θα τις πουλούσαν πενήντα φορές πιο ακριβά στους βυρσοδέψες πίσω από τα Ουράλια Όρη. Κι αυτοί

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=