Η επιστροφή της Πηνελόπης

10 Ν O Ε Λ ΜΠ Α Ξ Ε Ρ έτσι φαίνεται, γιατί ο ταξιτζής ολοένα δυνάμωνε την ένταση στο ραδιόφωνο. Μόνο όταν έφτασε ο ήχος στη διαπασών αντιλήφθηκα ότι κακώς χαμογελούσα. Σοβαρή, ενδεχομένως και σκυθρωπή, έσφιξα πάνω μου τη με- γάλη δερμάτινη τσάντα, ξέχειλη από όσα ενθύμια από τη γιαγιά μου, την Πηνελόπη, είχα επιλέξει να πάρω μαζί μου στο ταξίδι. Τα τυ- χερά που είχα ξεχωρίσει να τα ξαναφέρω στη Σμύρνη. «Το κοχύλι τι το θέλετε;» είχα ρωτηθεί κατά τον έλεγχο στο αεροδρόμιο. Ο υπάλληλος το είχε βγάλει από την τσάντα μου και το περιεργαζόταν απορώντας. «Ένα συνηθισμένο κοχύλι» σχολίασε «μόνο του μέσα σε μια γυναικεία τσάντα». Μου το επέστρεψε. «Εσείς οι γυναίκες ούτε ξέρετε τι έχετε μέσα στις τσάντες σας!» μονολόγη- σε απηυδισμένος. Μα με αυτό το κοχύλι, που είχε σηκώσει από μια παλιά ακτή, ο παππούς μου ο Τζόνι είχε δείξει στη μέλλουσα γυναίκα του την απόδειξη ότι υπάρχει η τελειότητα στον κόσμο! Της είχε αποδείξει επίσης πόσο ταπεινή, προσιτή και κοινή είναι η τελειότητα. Το κοχύλι αυτό το συνηθισμένο μεταφερόταν από χώρα σε χώρα στις προσφυγικές περιπλανήσεις τους ως υπενθύμιση, για να μη χαθεί η ελπίδα ότι η ζωή τους μπορούσε να ομορφύνει και πάλι. Ο ελεγκτής είχε προσπεράσει με αδιαφορία το βιβλίο της Οδύσ- σειας του προπάππου μου, του παππού μου και κατόπιν του πατέρα μου. Την προσοχή του τράβηξε το χειρόγραφο του ομηρικού λεξικού που βρήκε στον πάτο της τσάντας μου. Έπιασε να το ξεφυλλίζει. «Γιατί είναι μόνο μέχρι το γράμμα Τ; Δεν έχει άλλο;» με ρώτησε από ενδιαφέρον. «Γιατί πέθανε αυτός που το έγραφε, ένας θείος μου, και δεν πρόλαβε να το προχωρήσει παραπέρα». «Κρίμα. Πότε έγινε αυτό;» άνοιξε κουβέντα. «Το 1921».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=