Η επιστροφή της Πηνελόπης

Σαν ήρθε η ροδοδάχτυλη νυχτοθρεμμένη Αυγούλα , * ξύπνησα απότομα. Χάραζε. Ρόδιζε ο ουρανός. Η ροδοδάχτυλη αυ- γούλα, όπως την αποκαλούσε η Πηνελόπη, είχε ξανάρθει. Η νέα μέρα. Ολοκαίνουργια! Τεντώθηκα στο κρεβάτι και ευχαριστήθηκα την αίσθηση πως βούλιαζα στο μαλακό στρώμα. Δεν ξεγελάστηκα, γνώριζα πως βρισκόμουν σε έναν τόπο σκληρό. Γηραιό. Σκαμμένο με ρυτίδες που δεν έσκαψαν μόνο οι πολλοί αιώνες που σαν το αλέτρι κινήθηκαν πάνω του, αλλά και τα πάμπολλα φριχτά που είδε στη μακραίωνη κατοικημένη ιστορία του. Διακρίνονταν και άλλες ρυτίδες πάνω του, από χαρά. Είχε το προνόμιο να ζήσει τιμές και μεγαλεία που άλλος τόπος δεν γνώρισε. Κι όπως συνέβαινε στις τραγωδίες, αυτά είναι πράγματα που τιμωρούνται. Στην τιμωρημένη μου Σμύρνη άνοιξα τα μάτια ξυπνώντας πέρα ως πέρα. Σύρθηκαν τα όνειρα στη γωνιά τους και σφιχταγκαλιάστη- καν. Τα όνειρά μου φοβούνται τη σκέψη μου. Αφουγκράστηκα τους ήχους που έρχονταν απέξω, από τους δρόμους. Ένα αυτοκίνητο μόλις πέρασε, μια μοτοσικλέτα μάρσαρε, ένας άντρας κάτι φώναξε σχεδόν κάτω από το παράθυρό μου. Από πιο μακριά ήρθε ένας αμα- νές, ένα ούτι έκλαιγε κι έστελνε τους λυγμικούς του ήχους, φωνή χωρίς λόγια, μόνο παραπονεμένοι αναστεναγμοί και ντέρτια. Έτσι επέλεξε να με υποδεχτεί η Σμύρνη. «Η Σμύρνη σου!» ήμουν σίγουρη πως θα με ξαναμάλωναν η για- γιά Πηνελόπη και η θεία Ζόι. * Ό.π., μ 8.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=