Η Ελλάδα του Χαρίλαου Τρικούπη

ΓΚΑΣΤΟΝ ΝΤΕΣΑΝ 20 από το βαγόνι τους, τα ξακουστά Μέγαρα και την Ελευσίνα, ενώ ο οδηγός της αμαξοστοιχίας φωνάζει τα ονόματά τους με όλη του τη δύναμη, βλέπουν τα βουνά που όσο πάνε είναι όλο και πιο γυμνά, τις πεδιάδες που γίνονται όλο και πιο άγονες, ακούν, τέλος, σαν σε χρυσό όνειρο αυτή την κραυγή του θριάμβου: Αθήναι! Αθήναι! Και κατεβαίνουν μέσα σε ένα ανακάτεμα από ανθρώπους που φιλιούνται, αποσκευές που γκρεμίζονται, υπαλλήλους που μαλώνουν, πάνω στην αποβάθρα του σταθμού Πελοποννήσου, ένα άσχημο κατασκεύασμα μέσα σε μια χέρσα πεδιάδα. Όταν ο ταξιδιώτης ορμάει έξω από τον σταθμό, όλο χαρά και συγκίνηση που πατάει επιτέλους το ευλογημένο χώμα, ξαφνιάζεται στην αρ- χή που βρίσκεται σε μια έρημο. Δεν βλέπει γύρω του παρά μόνο μίζερες ξύλινες παράγκες, όπου κακοντυμένοι άνθρωποι πίνουν και φλυαρούν. Εδώ είναι λοιπόν η Αθήνα που τόσο ονειρεύτηκαν; Μπορεί να είναι η πόλη του Περικλή αυτός ο σταθμός, ο χαμένος σε μια πλατιά πεδιάδα σαν καταυλισμός των Γιάνκηδων ανάμεσα στις φυλές των Παονί; Πρέπει, πράγματι, να το πάρεις απόφαση ότι θα διανύσεις μεγάλη απόσταση μέχρι να βρεθείς στους δρόμους της πόλης και να δεις πολιτισμένα όντα. Όταν οι Αθηναίοι έδωσαν την άδεια στους Βέλγους και στους Άγγλους να κατασκευάσουν τις δύο γραμμές που πηγαίνουν από την Αθήνα στον Πειραιά και από την Αθήνα στις κωμοπόλεις της Πελοποννήσου, απαίτησαν οι δύο σταθμοί να χτιστούν όσο γίνεται πιο μακριά από την πόλη· και καθώς οι κατασκευαστές αντέτασσαν στα λόγια αυτά τις δυσκολίες της απόστασης, την κούραση των ταξιδιωτών, εκείνοι απάντησαν ότι οι λόγοι αυτοί δεν ήταν σημαντικοί, ότι δεν έπρεπε να προ- βληματίζονται που οι δύο αυτοί σταθμοί ήταν απομακρυσμένοι και ότι με τη βοήθεια της Παλλάδας η πόλη των Αθηνών, με τη γρήγορη ανάπτυξή της, θα μπορούσε να τους φτάσει.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=