Η δίψα
J O N E S B O 28 «Να που ξανασυναντιόμαστε, Ελίζε» ψιθύρισε. Κι απ’ τη φωνή του εκείνη κατάλαβε γιατί της είχε φανεί οικεία η φωτογραφία του προφίλ. Το χρώμα των μαλλιών είχε αλλάξει. Το πρόσωπο πρέπει να είχε υποστεί κάποια χειρουργική επέμβαση. Διακρίνονταν ακό μη οι ουλές από τα ράμματα. Εκείνος σήκωσε το χέρι κι έβαλε κάτι μες στο στόμα του. Η Ελίζε συνέχιζε να τον κοιτάζει ενώ άρχισε να πισωπατάει. Κι ύστερα έκανε απότομα μεταβολή, ρούφηξε όσο αέρα χωρού σαν τα πνευμόνια της κι ήξερε πως έπρεπε να τον χρησιμοποιή σει για να τρέξει, όχι για να ουρλιάξει. Μόνο πέντε έξι βήματα τη χώριζαν από την εξώπορτα. Άκουσε το κρεβάτι να τρίζει, αλλά ο άνδρας απείχε περισσότερο απ’ την πόρτα. Αν προλά βαινε να βγει στο κλιμακοστάσιο, θα μπορούσε να φωνάξει, να καλέσει βοήθεια. Ήταν ήδη στον διάδρομο, είχε φτάσει την εξώπορτα, πίεζε κι έσπρωχνε την πόρτα, μα αυτή δεν έλεγε ν’ ανοίξει τελείως. Η αλυσίδα ασφαλείας. Ξανατράβηξε την πόρ τα προς το μέρος της, έπιασε την αλυσίδα, όλα όμως γίνονταν τόσο αργά, σαν σε εφιάλτη, κι η Ελίζε κατάλαβε ότι ήταν πια πολύ αργά. Κάτι της έκλεισε το στόμα και την τράβηξε προς τα πίσω. Απελπισμένη, τέντωσε το χέρι της προς τη μεριά της πόρτας, πάνω από την αλυσίδα, κατάφερε να πιάσει το πλαίσιο από την έξω μεριά, προσπάθησε να φωνάξει, όμως το τεράστιο χέρι που μύριζε νικοτίνη τής πίεζε ασφυκτικά το στόμα. Το χέρι της γλίστρησε, η πόρτα έκλεισε και η φωνή τής ψιθύρισε στο αυτί: «Δεν σου αρέσω τελικά; Ούτε εσύ είσαι τόσο όμορφη όσο στη φωτογραφία σου, μπέιμπι. Πρέπει απλώς να γνωρι στούμε καλύτερα. Την προηγούμενη φορά δεν π-προλάβαμε». Αυτή η φωνή. Κι αυτό το τελευταίο μονό τραύλισμα. Τα είχε ξανακούσει. Προσπάθησε να κλοτσήσει, να απελευθερωθεί, αλλά έμοιαζε σαν να ήταν πιασμένη σε μέγγενη. Ο άνδρας την τράβηξε μπροστά στον καθρέφτη. Ακούμπησε το κεφάλι του στο πρόσωπό της.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=