Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα (Συλλεκτική έκδοση)

Η ΑΡΡΑΒΩΝΙΑΣΤΙΚΙΑ ΤΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ 37 το διηγήθηκαν. Ήτανε το μόνο μυστικό που είχε η Ελένη από τον Αχιλλέα. Δεν θα γελούσε. Δεν γελούσε ποτέ με τέτοια αστεία, ούτε του άρεσε να τα λένε κι οι άλλοι. Κι αν κάτι έχει μείνει αξέχαστο από κείνα τα χρόνια, είναι που γελούσαν και τις πιο δύσκολες στιγμές. «Δεν είναι μόνο που γεράσαμε», λέει τώρα ο Ευγένιος, «μα χάσαμε και το χιούμορ μας». Δεν γύριζε ο Ευγένιος πίσω στην Ελλάδα, κι ας ταξί- δευε κομπάρσος σε ψεύτικα τρένα. Δεν γίνεται να κάθεται στην μπουτίκ του και να φτιάχνει κολιέ με συρματάκια σαν να μην συνέβηκε τίποτα. Σαν να μην συνέβηκε τίποτα. Να γυρίσει πίσω να κάνει τι; Αφού όλα διαλύθηκαν και κανείς δεν πρόκειται να του μηνύσει να κάνει κάτι. «Όχι, όχι», ξεφωνίζει με πείσμα ο Πάνος. «Όλα υπάρχουνε, μόνο ξαναφτιάχνονται, πιο γερά. Θέλει υπομονή. Μη βιάζεσαι.» «Κάποτε βιαζόμασταν.» Εκεί αρπάζονται. Λόγια πικρά. Η Ελένη μαζεύει τα πόδια της στην κουκέτα, γιατί τώρα θα έρθουν κι οι άλλοι στο κουπέ, ώσπου να ξαναπέσει η κλακέτα. – Μην αρπαχτείς με τον Πάνο, λέει του Ευγένιου σχεδόν παρακαλεστά. – Χτες συμφωνούσες μαζί μου, της κάνει κείνος από- τομα. Έχει δίκιο. Η Ελένη μια συμφωνεί και μια διαφωνεί με όλους. Πότε έτσι, πότε αλλιώς. Πόσο πιο εύκολα ήτανε τότε, τον καιρό του Αχιλλέα. «Το είπε ο Αχιλλέας.» Στην Κατοχή έγραφες στους τοίχους, δεν συζητούσες πριν τα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=