Η απίστευτη κούρσα της Φατίμα Μπραΐμι
ΓΙΡΓΚΕΝ ΜΠΑΝΣΕΡΟΥΣ 10 | τον Γιαν, τον Φιν-Όλε και τον Κάσπαρ, και κάνουν βλα- κείες. Πειράζουν τα κορίτσια, κολλάνε μασημένες τσίχλες στα χερούλια στις πόρτες, τέτοια. Ποτέ δε με είχε ρωτή- σει αν ήθελα να πάω κι εγώ παρέα τους. Έτσι κι αλλιώς, για να πω την αλήθεια, κανένας δε με καλούσε ποτέ που- θενά. Οι συμμαθητές μου σπάνια μου μιλούσαν. «Λοιπόν;» είπε. «Λοιπόν τι;» ρώτησα εγώ. «Πώς είναι;» ρώτησε εκείνος. «Πώς είναι ποιος;» έκανα εγώ τον βλάκα. «Έλα τώρα. Ξέρεις!» «Δεν ξέρω». «Η καινούρια. Αυτή η Φατίμα!» «Α, η καινούρια». «Ναι. Πώς είναι;» «Δεν έχω ιδέα» απάντησα. «Άσ’ τα αυτά!» επέμεινε ο Νικ. «Αφού ήθελες σώνει και καλά να κάτσει δίπλα σου!» «Όχι βέβαια!» «Ναι βέβαια!» «Ήθελα να πάω τουαλέτα» είπα. «Γι’ αυτό σήκωσα το χέρι μου». «Πώς είναι έτσι όμως» είπε ο Νικ. «Πώς είναι;» «Σαν γιαγιούλα!»
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=